Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 7th Art. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 7th Art. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 3 Μαΐου 2015

Η Τέλεια Ομορφιά- La Grande Bellezza : Paolo Sorentino




Επιστρέφοντας στην Ιταλία μετά το «This Must Be the Place», ο Σορεντίνο φτιάχνει τη δική του «Dolce Vita», μια «φτιασιδωμένη» ταινία που δοξάζει την ομορφιά της απλότητας, ένα τρωτό αριστούργημα.




Ο Τζεπ είναι ένας 65χρονος, κομψός, φλεγματικός άντρας, γοητευτικός κι ερωτεύσιμος ακόμα, ένας επιτυχημένος συγγραφέας του ενός βιβλίου, γνωστός δημοσιογράφος και κοσμικός. Ζει στη Ρώμη κι όταν λέμε ζει, εννοούμε με κάθε ρανίδα της ύπαρξής του: κάνει βόλτα στην πόλη με τη μαγική ιστορία, λουσμένη στον καλοκαιρινό ήλιο, μπαινοβγαίνει στα ομορφότερα σπίτια που στέγασαν και καθόρισαν τις τέχνες, με την ίδια ευκολία που περνά το βράδυ του στο στριπτιζάδικο ενός παλιού φίλου, πηγαίνει σε ξέφρενα πάρτι που διαρκούν ως το ξημέρωμα και διοργανώνει, ως τέλειος οικοδεσπότης, συγκεντρώσεις στο μοναδικό σπίτι του με το μπαλκόνι που αγγίζει το Κολοσσαίο. Είναι ένας bon viveur, ένας Ζάχος Χατζηφωτίου της Ρώμης, φίλος των τεχνών και των γραμμάτων και των ανθρώπων που τα δημιουργούν, τα σχολιάζουν ή τα εμπορεύονται. Ταυτόχρονα, είναι ένας άντρας στο τελευταίο κεφάλαιο της ζωής του, που νιώθει το χρόνο να τον πιέζει να αξιολογήσει όσα πέρασε κι όσα κατάφερε ως τώρα.

Ο Σορεντίνο κινηματογραφεί τον ήρωά του – τον Τόνι Σερβίλο σε μια ερμηνεία ακριβείας και άνετης χάρης – και την πόλη του με ερωτικό πάθος και με μετριασμένη την μπαρόκ αισθητική του: μέσα στα στολίδια της πόλης και τη γεμάτη ιστορία ζωή του Τζεπ, ο κινηματογραφικός πλούτος είναι περιττός. Στα χείλη και την αφήγηση του Τζεπ, ο Σορεντίνο βρίσκει ευκαιρία να σχολιάσει τα βασικά ερωτήματα της ζωής. Να ειρωνευτεί την προσποιητή απόλαυση της σύγχρονης τέχνης, τη δικτατορία της πολιτικά ορθής εξυπνάδας, την ανοησία της καθολικής εκκλησίας. Να επανεκτιμήσει και ν’ απορρίψει, στοργικά, το ζήλο των πλούσιων και διάσημων του lifestyle να επικρατήσουν στη ζωή, να επιβληθούν στο χρόνο και στη διάνοια.

Ο Τζεπ, με χαμηλές κοινωνικές καταβολές, ανδρώθηκε στη Ρώμη με μια φιλοδοξία: όχι μόνο να είναι καλεσμένος στα καλύτερα πάρτι, αλλά και να μπορεί να τα καταστρέψει, αν το θέλει. Και τα κατάφερε. Αλλά όσα κέρδισε μ’ αυτήν την αναγνώριση, τώρα, όταν ο χρόνος μετρά αντίστροφα, του φαίνονται κενά, μέσα σε μια κοινότητα που ανήγαγε το κενό σε αριστούργημα. Σε μια πόλη που κρύβει την αληθινά μεγαλειώδη τέχνη σε κάθε της γωνιά και κάθε πέτρα, η επιτήδευση ξερνιέται σαν το φαγητό μετά από ξενύχτι. Σε μια ζωή που κάποτε, στην αρχή της, γνώρισε τον αληθινό, απλό, γυμνό έρωτα, η αναζήτηση του μεγάλου πάθους μοιάζει με πλεονεξία. Κι όταν ο χρόνος δεν είναι πια φίλος αλλά μια καθημερινή καταπιεστική παρουσία, η αναζήτηση για τη «μεγάλη ομορφιά» είναι, επιτέλους, άσκοπη, γιατί αν ξέρεις να μετράς, τη βρίσκεις ήδη μέσα σου.

Μ’ έναν και πάλι αριστουργηματικό Τόνι Σερβίλο, πνευματικό και suave και μ’ ένα γόνιμο στιλιζάρισμα στην εικόνα και στο ρυθμό, ο Πάολο Σορεντίνο παρουσιάζει μια ταινία φόρο τιμής στο σινεμά του Φελίνι, του Ετορε Σκόλα, στην ίδια τη Ρώμη, στην ομορφιά που δε χρειάζεται να ψάχνεις, γιατί βρίσκεται μπροστά σου, αρκεί να προλάβεις να το συνειδητοποιήσεις όσο είναι ακόμα καιρός. Πληθωρικός, αληθινός Ρωμαίος κι αυτός, ο Σορεντίνο πάσχει από όσα σχολιάζει στην ταινία του: γίνεται κατά στιγμές υπερβολικός, φλύαρος, γκροτέσκος, ανοικονόμητος. Αλλά είναι τόσο μεγάλη η αλήθεια και η μαγεία της ταινίας που αρχικά σε παρασύρει, σαν τον τρόπο ζωής της σύγχρονης υψηλής τάξης κι έπειτα σου επιτρέπει, με λίγο χρόνο και λίγη ενδοσκόπηση, να ανακαλύψεις μέσα της την πραγματική της ομορφιά: όχι απαραίτητα μεγάλη, όχι σύνθετη, αλλά πρωτογενή και ζωογόνο σαν το ηλιοκαμένο, γυμνό κορμί μιας εφηβικής ανάμνησης.

Τρίτη 4 Μαρτίου 2014

THE GODFATHER - THE ORIGINAL



"I'm gonna make him an offer he can't refuse.

Η καλύτερη στιγμή της ταινίας . Υπεράνω και του χρήματος , υπάρχει η φιλία . 
Δεν γίνονται δουλειές χωρίς συναίσθημα , χωρίς όραμα ... 
Sex χωρίς έρωτα ...
Όλοι πρέπει να ανήκουμε σε μία οικογένεια ...
Και όμως είναι το κοινωνικό - οικονομικό σύστημα που εκτόξευσε τις ΗΠΑ .
Σκεφτείτε ένα άλλο σύστημα  καλύτερο περισσότερο οικοδομητικό ... 
Το καπιταλιστικό ; το σοσιαλιστικό ; το φεουδαρχικό ;
Το δημοκρατικό ; το κομμουνιστικό ;
Κανένα δεν είναι καλύτερο από το οικογενειακό ,  που αναπτύχθηκε στην Μεγάλη Ελλάδα της Νότιας Ιταλίας .Υπήρχε βέβαια και στην Αθήνα.  Η ισχυρότερη οικογένεια δημιουργούσε μία φρατρία . Δηλαδή πολλές οικογένειες μαζί , που αναγνώριζαν τον αρχηγό της ισχυρότερης ως αρχηγό όλης της Φρατρίας . Ο αρχηγός της ισχυρότερης φρατρίας συνήθως αναλάμβανε και την εξουσία της πόλης . Ελέγετο δε τότε Τύραννος . Με την καλή και την κακή σημασία του όρου και τότε , όπως ο Νονός στις ΗΠΑ . Αν ο αρχηγός ήταν ικανός , τότε όλη η φρατρία απολάμβανε μεγάλη ευτυχία , οικονομική και κοινωνική .  
Κοινό χαρακτηριστικό της Φρατρίας , η αυτοθυσία για το καλό της ...
Υπάρχει όμως αυτοθυσία , χωρίς δέσιμο συναισθηματικό ; χωρίς φιλία ;
Από την αρχαία Ελλάδα ,  στον Μεσαίωνα που κυριάρχησε μία άλλη Φρατρία , των Illuminati 
που είχαν ένα πλέον δέσιμο ισχυρώτερο και της φιλίας . Το θρησκευτικό - φιλοσοφικό συναίσθημα ...
Ισως είναι και ο λόγος που αυτή η φρατρία μας κυβερνά ακόμη υπογείως μέχρι σήμερα ... 
με άλλες μορφές  . Μας κυβερνά οικονομικά , δημιούργησαν την βάση των τραπεζών με την σημερινή τους μορφή ,παρ΄όλα αυτά δεν ήταν Οικονομική Φρατρία . 
Είχαν όπως είπαμε θρησκευτικό υπόβαθρο .



BITTER MOON - POLANSKI - Η απιστία παραμένει αμείωτη...


Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

LAST TANGO IN PARIS - BERTOLUCCI




Ο Πολ, ένας μεσήλικας Αμερικανός που ζει στο Παρίσι, προσπαθεί να υπερβεί την αυτοκτονία της γυναίκας του. Η Ζαν, μια όμορφη νεαρή κοπέλα, ετοιμάζεται ανήσυχα να παντρευτεί τον Τομ, που γυρίζει μια ταινία cinema-verite, κινηματογραφώντας την καθημερινή ζωή της. Ο Πολ και η Ζαν θα χτίσουν μια γεμάτη πάθος σχέση που βασίζεται αποκλειστικά στο σεξ, προσπαθώντας, ο καθένας, να γεμίσει τα κενά που του δημιουργεί η πιο σύνθετη πραγματικότητα.
Το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι» έχει μείνει στη συνείδηση του μεγάλου κοινού ως τσόντα με καλλιτεχνικό άλλοθι – πολλοί μπορεί να μην την έχουν δει, αλλά όλοι σκέφτονται συνειρμικά το βούτυρο όταν ακούν τον τίτλο της. Φυσικά η ταινία του Μπερτολούτσι είναι πολύ σημαντικότερη από αυτό, τόσο ως κινηματογραφική δημιουργία, όσο και ως παρασκήνιο.
Ο Πολ και η Ζαν είναι δυο άνθρωποι που αισθάνονται ότι δεν έχουν τον έλεγχο της μοίρας του. Ο άντρας θέλει ν’ ανατρέψει τη στιγμιαία παράνοια της συζύγου του που της κόστισε τη ζωή, να φέρει τη ρότα εκεί όπου τη θέλει και όπου μπορεί να κρατήσει το τιμόνι. Γι’ αυτό και ζει με ένστικτα ζώου, θέτει κανόνες, επιμένει στην ανωνυμία, επιβάλει τον πόνο ή την ηδονή. Η γυναίκα, αντίθετα, δε θέλει να πάρει μια μεγάλη απόφαση για τη ζωή της, θέλει να παρασυρθεί, να υπακούσει, να νοιώσει.
Ο Μπερτολούτσι διαλύει τη σύγχρονή του πραγματικότητα στα εξ ων συνετέθη, κάνοντας ένα συγκλονιστικό σχόλιο στο πώς οι πνευματικές επιφάσεις και οι πρακτικές επιβολές έκαναν τους ανθρώπους ανίκανους να αισθανθούν. Μόνο που και η δική του εμμονή – ή επιτήδευση – καθιστά την ταινία του έργο τέχνης που, πια, χρειάζεται ανάλυση και ειδικό χειρισμό για να λειτουργήσει ως ταινία.



Paul: Go, get the butter.
Paul: You know in 15 years, you're going to be playing soccer with your tits. What do you think of that?
Jeanne: Let's drink a toast to our life in the hotel.
Paul: No fuck all that! Hey listen! Let's drink a toast to our life in the country.
Jeanne: You're a nature lover? You didn't tell me that.
Paul: Oh, for christ sake... I'm nature boy. Can't you see me with the cows and the chickenshit all over me? Huh?
Jeanne: Oh, that's right. To the cows!
Paul: Cow.
Jeanne: I will be your cow too.
Paul: I get to milk you twice a day. How about that?
Paul: Even if a husband lives 200 hundred fucking years, he'll never discover his wife's true nature. I may be able to understand the secrets of the universe, but... I'll never understand the truth about you. Never.


Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

300: RISE OF AN EMPIRE




Μια ακόμη ταινία από την Ελληνική θεματογραφία . Thanks to the Greek writers of Holywood.

Η ναυμαχία του Αρτεμισίου , έγινε το 480 π. Χ λίγο πριν την μάχη των Θερμοπυλών , στην είσοδο του Παγασητικού κόλπου και Β. Εύβοια. Σκοπός της Ναυμαχίας ήταν να αποκόψουν την τροφοδοσία των Περσών στην Μάχη των Θερμοπυλών . Ο σκοπός της Ναυμαχίας του Αρτεμισίου πέτυχε , αλλά όταν η έκβαση της Μάχης των Θερμοπυλών ήταν γεγονός , οι Έλληνες αποφάσισαν να αποσυρθούν για λόγους τακτικής στην Αθήνα . Είναι περίεργο που οι Πέρσες θεώρησαν ότι νίκησαν και ακόμη και σήμερα αποκαλούν την ναυαρχίδα του στόλου του Αρτεμίς .

Στην Ναυμαχία αυτή οι Έλληνες είχαν καταλάβει την Β. Εύβοια και οι Πέρσες την είσοδο του Παγασητικού κόλπου από το σημερινό χωριό Τρίκερι και πίσω μέχρι την σημερινή Νταμούχαρη .

Οι ναυμαχίες διεξήγοντο στην είσοδο του Παγασητικού κόλπου , χωρίς τελικό νικητή .

Η επόμενη ναυμαχία διεξήχθη το ίδιο έτος στην Σαλαμίνα με τα γνωστά αποτελέσματα για τους Πέρσες . Ο Ξέρξης δεν άκουσε την Αρτεμισία , Ελληνίδα της Ιωνίας που Μήδισε , να μην δώσει την Ναυμαχία στην Σαλαμίνα . Αλλά να πάει στον Ισθμό για να φοβηθούν οι Σπαρτιάτες και να αποσυρθούν . Δεν την άκουσε ευτυχώς ο Ξέρξης και έδωσε την Ναυμαχία στην Σαλαμίνα , με τα γνωστά αποτελέσματα. Μετά την ήττα των Περσών στην Σαλαμίνα , η Αρτεμισία πάλι συμβούλεψε τον Ξέρξη να αποσυρθεί στην Ασία , γιατί αν οι Έλληνες τον σκότωναν , όλη η αυτοκρατορία θα διελυότανε . Αυτή τη φορά ο Ξέρξης την άκουσε και άφησε στην Ελλάδα τον Μαρδόνιο και εγκατέλειψε την Ελλάδα . Ο Μαρδόνιος έχασε και σκοτώθηκε την επόμενη χρονιά , το 479 π.Χ στις Πλαταιές και τελείωσε άδοξα αυτή η εκστρατεία και τελευταία στην Ελλάδα. 

Αργότερα ανέλαβε δράση ο Μέγας Αλέξανδρος εναντίον των Περσών , αφού πρώτα τιμώρησε τις Ελληνικές πόλεις της Ιωνίας που Μήδισαν .

==========================
Τώρα πως συνευρέθηκαν στην ταινία η Αρτεμισία με τον Θεμιστοκλή , είναι από άλλο ανέκδοτο σεναριακό για το box office . Αλλά η φράση της Αρτεμισίας προς τον Θεμιστοκλή μας άφησε speechless ... You fight harder than you fack ....

TROY - Achilles tells Briseis about the gods




Ευτυχώς οι Αμερικάνοι κατάλαβαν ότι για να γυρίσουν μια ταινία από την Ελληνική θεματογραφία πρέπει να χρησιμοποιούν συγγραφείς γνώστες από την Ελληνική Ιστορία και τις μεταφυσικές προεκτάσεις  ...
Η σκηνή που δυστυχώς είναι στα Αγγλικά αλλά συνοπτικά λέει τα εξής ...
Ο Αχιλλέας μετά από επιδρομή στον Ναό του Απόλλωνα πιάνει αιχμάλωτη την ιέρεια του Ναού Βρησηίδα . Η όμορφη Τρωαδίτισα εγγονή του βασιλιά Πριάμου είναι σαν αγρίμι και βρίζει τον Αχιλλέα που ήρθε στην πατρίδα της και σπέρνει τον όλεθρο και του λέει ότι θα τον τιμωρήσουν οι Θεοί...ο Αχιλλέας της λέει ήρεμα οτι αυτός ξέρει καλύτερα τους Θεούς ... και λέει στην Βρησηίδα γιατί τότε οι Θεοί δεν βοήθησαν εσένα και σε άφησαν απροστάτευτη , αν και ήσουν ιέρεια του Ναού ... απόδειξη δε αυτού ότι οι Θεοί δεν ενδιαφέρονται για τους ανθρώπους ...
 Επι πλέον της λέει ότι θα της αποκαλύψει ένα μεγάλο μυστικό ότι οι  Θεοί ζηλεύουν τους θνητούς
γιατί η κάθε τους στιγμή είναι μοναδική και ανεπανάληπτη και αυτό που ζούμε τώρα μαζί δεν πρόκειται να ξανά συμβεί ποτέ στο μέλλον  ...όπως και ο θάνατος στους θνητούς μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή . Κάθε στιγμή μπορεί να είναι και η τελευταία τους .
Άρα οι Θνητοί πρέπει να ζουν την κάθε στιγμή , γιατί ποτέ δεν γνωρίζουν τι πρόκειται να συμβεί στην επόμενη στιγμή ...
Αυτή την δόνηση δεν την έχουν οι Θεοί ... που γνωρίζουν και φυσικά είναι μακάριοι ένεκα τούτου.



Achilles :
I'll tell you a secret. Something they don't teach you in your temple. The Gods envy us. They envy us because we're mortal, because any moment might be our last. Everything is more beautiful because we're doomed. You will never be lovelier than you are now. We will never be here again.




Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

"EYES WIDE SHUT - STANLEY KUBRICK





Ένας γιατρός μπλέκει σε μια παράξενη περιπέτεια που τον φέρνει αντιμέτωπο με τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης σεξουαλικότητάς. Το αριστούργημα του μεγάλου σκηνοθέτη Στάνλει Κιούμπρικ που αποτέλεσε και το κύκνειο άσμα του, σε σκηνοθεσία




Unquestionably one of the most highly anticipated films of modern times due to its high-powered talent combo, protracted and secrecy-enshrouded shoot, rumored racy content, the 12-year interval since the last Stanley Kubrick picture and the fact that it is being released posthumously, “Eyes Wide Shut” may have trouble living up to all the extreme and diverse expectations viewers may have for it, as almost any picture would under the circumstances. But after all the curiosity and attendant hype wash away, what one is left with is a riveting, thematically probing, richly atmospheric and just occasionally troublesome work, a deeply inquisitive consideration of the extent of trust and mutual knowledge possible between a man and a woman. Meticulous, deliberate and precise picture casts a particular sort of spell, one that will likely captivate older and thoughtful audiences more than it will mainstream Tom Cruise die-hards and those with short attention spans. A fast commercial start is assured in the wake of the media blitz that basically commenced with Kubrick’s death in March, but measured pace and questionable appeal for under-25s spell hit rather than smash. As usual with the director, Warner Bros. can look to even bigger returns overseas.

====

I definitely remember when I first saw Eyes Wide Shut. I had been waiting more than a year to see Stanley Kubricks latest masterpiece and on the day it entered theatres I took a day off work and saw it twice. Of course not everyone liked it; it was probably a bad move on my part to drag friends to see it the second time. Like all of Kubricks other films, its a bit long and deliberately paced. His methods of story telling do not follow any sort of traditional fairy tale structure so its a bit tough to digest. There were certain expectations going into this since it was Kubricks final film. For me all expectations were met. What I found in Eyes Wide Shut was a mysterious film that stuck with you and could be discussed on many levels.

The movie parallels a book by Arthur Schnitzler called (in English) Dream Novel. Bill Harford (Tom Cruise) goes on a voyeuristic journey through New York after coming to the startling revelation that his wife Alice (Nicole Kidman) has had deep sexual thoughts about other men. This drives Bill to walk around New York for a couple crazy nights, sulking in his jealousy. Many questions come to the surface inEyes Wide Shut and by the end few of them are traditionally answered. After a few years of watching, re-watching and mulling, I put together a short list of themes and theories that may help in understanding what Eyes Wide Shut is all about.

Sexual Equality of Men and Women

This is one of the more straightforward themes of the movie. Alice and Sandor (the dirty Hungarian) setup discussion of this theme during the holiday party. They begin talking about historical differences between polygamous sexual relations and marriage. Of course Sandor just wants to get Alice upstairs and undressed despite her husband. She resists all of his urges due to her marital obligations. Meanwhile, she watches Bill flirt with a few models.

Later the next night, Alice picks a fight with Bill. He has this idea that men have sex with many women on their mind at all times and that women are more or less devoted to one man. But Alice brings down Bill's world during her pot-induced rant about not being able to get this image of a Navy man out of her head during one of their vacations. Just the thought of her thinking about another man for a single day drove him nuts.

This idea is what drives Cruises character to go on his exploration of New Yorks sexual underground that includes:
The woman so shaken by the death of her mother that she wants to have sex with Bill.
The run-in with a hooker, who later is found to have HIV.
The young girl who is having experiences with two little Asian men.
The crazy secret house party
Alan Cummings

In most of these cases Bill experiences feminine sexual initiation; not masculine. This theme brings the movie to a close; it is Kidman's character, the woman that says what needs to be done in such brutal terms to save their marriage and not the man.

What rich people do with all their money...

The two things that are linked throughout the whole movie are money and sex. Harford seems to have an endless supply of $50s and $100s and uses them to get from point A to point B in his voyeuristic sexual escapades. Cab rides, costumes, money spent on a prostitute, etc. Even though he never gets to point B, he seems to spend at every step along the way with that final destination in mind. So what is Kubrick saying by this? That money doesn't rule the world, its only fueling sex? This point is also proven in the secret society. Bill hears later that all the people there arrived in limousines and that he would be shocked to hear 'who' was at that party. So at a party where the richest people were located, the most sex was occurring.

If you think within these terms you might get a little creped out during the scene where Alice is teaching their daughter math. They go through a story problem where 'Man-A has $A and Man-B has $B, how much more does Man-A have?'. Within the context of this theme, it feels as if she is teaching her daughter early on to live within this society.

Fidelio

The short synopsis of Fidelio: A woman poses as a man in society to get a job in a jail where her husband is locked away, so that she can set him free. In Eyes Wide Shut Bill Harford (the husband) gets himself into trouble by masquerading at a secret society party he was not invited to. The password he used to get in was "Fidelio" (a Beethoven Opera). The two stories parallel as once again, the man is saved by the woman in costume. The movie shows us that the woman who saves Harford is one a hooker; the same one he saved from a drug overdose earlier in the movie.

This theory could be taken another way, however. In Fidelio, it is after all the wife that is in costume who saves the husband. What if it was actually Alice Harford who saved Bill at that party? Who is to say she wasn't there? It was never said in the movie but there are many clues that point to this. Lets go back to the holiday party that Ziggler (Sydney Pollack) hosted. Could this have been a pre-cursor to the secret party? Ziggler after all was at both, as was the hooker that 'saved' Harford. I'm sure the dirty Hungarian that was hitting on Alice was there. The couple even say that they know "not a soul" at the party and wonder "Why does Ziggler invite us to these every year?" Ziggler has his eye open for Alice, so there is a good chance that Alice was invited to the secret party and never told Bill. Or maybe that she had been living a double life for a long time and the reason that they were invited to the holiday party was because "she" was a part of the society.

The same night Bill gets back from the secret party, Alice is in bed and complains of dreams where events occurred that were similar to the party. How could she dream the same thing that Bill saw that night? It seems highly unlikely (outside of the movie-world scope), unless she was actually there. In the last scene he even remarks that "no dream is ever just a dream". Then the next night, she has the mask that he left behind. They talk, but the camera never shows you what they say. It can be 'safely' assumed that what they were talking about had to do with Bill's journeys through the sexual underworld of New York. But they could have also been talking about Alice's exploits as well. While they are shopping in the last scene she remarks, that they should be "grateful we survived all of our adventures whether they are real or a dream." She doesn't say that "he" survived "his" adventures. This line almost hints that she shared something as well.

Desires, Dreams and Reality: All the same beast

By the end of the film, both Bill and Alice are upset at each other. Neither one had really done anything physical. Bill went from place to place but was only an outside participant in his little journey. He never once cheated on his wife despite possible intentions. Alice, if you believe that she wasnt at the masquerade party, is only guilty of dreaming about having sex with another man and of course divulging her vacation fantasy.

So if nothing physically went on why are they so bent out of shape? Stanley Kubricks films often reveal the flaws in humanity and how our societal structures break down due to our own sinful actions. Alices one-day desires, despite her love for her husband, show her weakness. Bills weakness is revealed in his jealousy and attempted revenge. Both are upset at each other since their dreams and desires (although not leading to anything physical) disrupted their individual perfect worlds. In this case, the dreams and desires of each had just as great an effect emotionally as would the reality of something happening.





THE SHELTERING SKY - BERTOLUCCI


8 1/2 - FELINI


Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2014

'' ΜΙΚΡΑ ΑΓΓΛΙΑ '' ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΒΟΥΛΓΑΡΗ



Η ''Μικρά Αγγλία'' το τελευταίο φίλμ του Π. Βούλγαρη . Ένα πραγματικό έργο με μεγάλες δυνατότητες από την Ελληνική πραγματικότητα. Αν το πιστέψουμε μπορούμε πραγματικά να δημιουργήσουμε μια νέα βιομηχανία ισάξια με το τουρισμό και τον εφοπλισμό. ''Μικρά Αγγλία'' είναι το όνομα ενός πλοίου όπου γύρω από αυτό το πλοίο περιστρέφεται η κοινωνία της Άνδρου. Κορίτσια της παντρειάς μένουν πίσω στο νησί και οι άνδρες μονίμως ... στην θάλασσα . Στην γυναικοκρατούμενη 'Ανδρο αναπτύσσονται όλες οι ίντριγκες στην προσμονή των ανδρών ... 
Οι διάλογοι θυμίζουν , Ταχτσή στο ''Τρίτο στεφάνι '' . Γάμοι , κηδείες και πάνω απ΄όλα η υπέροχη σκηνοθεσία του Παντελή Βούλγαρη . Αλλά μέσα από το έργο βγαίνει και ο  λόγος γιατί είμαστε πρώτοι στην Ναυτιλία από αρχαιοτάτων χρόνων. Όλα έχουν γίνει με κόπο και αίμα ... τίποτα δεν είναι εύκολα στην ζωή.


Όλα είναι Βούλγαρης



“Τη διαδρομή αυτή κάνω 50 χρόνια τώρα. Μισό αιώνα! Δε το πιστεύω…”
Ο Παντελής Βούλγαρης με κοιτάζει με ένα απορημένο χαμόγελο, στην απέναντι πλευρά του τραπεζιού, μια απίστευτα ευγενικής και πηγαία συμπαθής φυσιογνωμία που σπάνια συναντάς ιδιαίτερα ανάμεσα σε τόσο αναγνωρισμένους ανθρώπους. Είχε μόλις αναφέρει κάτι σχετικά με τη συμμετρία της φιλμογραφίας του, το πώς μοιάζει ακούραστα να βγάζει κάτι σαν τρεις ταινίες τη δεκαετία, βρέξει-χιονίσει.
Ξεκινάει να αναλογίζεται τα πρώτα βήματα, τον Τζίμη, το “Προξενιό της Άννας”. Αλλά σταματάει, κόβει το ειρμό της σκέψης του. “Δεν κατάλαβα πώς έφτασα να δουλεύω 50 χρόνια. Δεν το πιστεύω,” ξαναλέει γελώντας, με ένα βλέμμα που κρύβει τη διαδικασία ανάσυρσης αναμνήσεων από μια σπουδαία καριέρα. “Δεν κατάλαβα πώς πέρασε ο καιρός,” συνεχίζει, “επειδή ο κινηματογράφος είναι κάτι...”
“Δεν έχω ξεπεράσει την αγωνία για μια κινηματογραφική ταινία, τα στοχήματα που βάζω κάθε φορά με αυτό που καταπιάνομαι,” εξηγεί, βάζοντας λόγια στην παύση του. “Πέρασε ο καιρός μέσα από τις ταινίες.”
Ο πολυβραβευμένος δημιουργός ταινιών πολιτικών όσο και προσωπικών, με μια φιλμογραφία που μοιάζει να μεταπηδά συνεχώς ανάμεσα στο μικρό και το μεγάλο, στο σύγχρονο και στο παρελθοντικό, έχοντας σαν κοινό άξονα μόνο ένα: ότι αποτελεί χάρτη του τι υπήρξε η Ελλάδα στο πίσω μισό του 20ού αιώνα.
Τον ρωτάω γιατί ήθελε να κάνει αυτή την ταινία σήμερα, αυτή τη διασκευή του ομώνυμου μυθιστορήματος της Ιωάννας Καρυστιάνη. Στη “Μικρά Αγγλία” ακολουθούμε την ιστορία μιας οικογένειας στην Άνδρο μέσα από το πέρασμα των χρόνων γύρω από τον πόλεμο. Καθώς ένα μεγάλο μυστικό σφηνωμένο βαθιά στην καρδιά της καθημερινότητάς τους απειλεί να συντρίψει τις σχέσεις τους, μέσα σε μια μικρή κοινωνία που έχει μάθει να ζει με τη συνήθεια της αγωνίας για το θα επιστρέψουν πίσω οι ναυτικοί σύζυγοι ή όχι.
“Το κύριο θέμα πέρα από την πλοκή, τα βασικά συναισθήματα, παραμένουν και σήμερα,” λέει. “Ο τρόπος που γυρίστηκε η ταινία, δε ξέρω αν ήταν από την αρχή στο μυαλό μου ή των συνεργατών μου, αλλά η ταινία δεν έχει αυτή την ‘εποχίλα’, ίσως επειδή τα πρόσωπα που διάλεξα είναι σημερινά ή συμπεριφορά στην ερμηνεία τους είναι απολύτως σύγχρονη.”
Όταν του λέω πως ένα από τα στοιχεία που με βοήθησαν να μπω μέσα στην ταινία ήταν ακριβώς τα φρέσκα αυτά πρόπσωπα, με γελαστό θυμό εξηγεί γιατί τους ήθελε ακριβώς έτσι τους πρωταγωνιστές του. “Είναι συνειδητό αυτό που κάνω. Καμιά φορά τσαντίζομαι με σκηνοθέτες που χρησιμοποιούν το κάστινγκ άλλου σκηνοθέτη. Μα καλά, δεν έχουν την περιέργεια να ψάξουν να βρουν καινούριους ηθοποιούς; Κι αυτό το κάνω εξαντλητικά. Όχι μόνο Αθήνα. Πήγαινα Θεσσαλονίκη, Ξάνθη, έψαχνα σε πολιτιστικούς συλλόγους, σε ερασιτεχνικούς θιάσους!”
Είπαμε, όλα είναι δρόμος. 50 χρόνια μετά, για τον Παντελή Βούλγαρη, είναι ακόμα. “Πέρασε ο καιρός μέσα από τις ταινίες,” είχε πει νωρίτερα.
Να πώς.

ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΑ

1. Ο Καζάν και το μπλοκάκι των σημειώσεων

Είχα την τύχη να γνωρίσω τον Ηλία Καζάν ο οποίος μέχρι τα 80 του είχε ένα μπλοκ στην τσέπη κι ένα μολύβι. Σε καθημερινή βάση στη ζωή του έγραφε ό,τι συναντούσε. Μια λεπτομέρεια ενός ταξιτζή πχ. Όταν ερχόταν Ελλάδα (τα ελληνικά του ήταν λίγα αλλά είχε μια ευκολία μετά από 10 μέρες να μπορεί να καταλάβει) κάθε φορά που άκουγε κάτι που τον ενδιέφερε, έβγαζε το μπλοκάκι και το σημείωνε. Εγώ δεν έχω μπλοκάκι αλλά έχω την ικανότητα να δω και να συγκρατήσω κάτι που είναι η κύρια αφορμή για να ασχοληθώ κάποια στιγμή.
Μια πλευρά του καλλιτέχνη είναι να είναι μπανιστηρτζής της ζωής. Στην καθημερινότητά μου πάντα θα υπάρχει κάτι που έχω σημειώσει, που έχω συγκρατήσει, που έχει σημαδέψει κάτι λεπτά κύτταρα που ίσως υπάρχουν στον εγκέφαλο και που αν αυτά διατηρήσουν την σημασία και την ανάγκη τους, θα μεταμορφωθούν σε ιστορία που ο χρόνος να θα δείξει αν θα γίνουν ταινία. Λέω συχνά στους σπουδαστές μου, που συνήθως είναι νέα παιδιά στις σχολές, με ρωτάνε “πού είναι οι ιστορίες, πού τις βρίσκουμε;” Λέω, “οι ιστορίες είναι στον απέναντί σου στο μετρό.”

2. Ο Γκίλιαμ και οι μονομανίες

Όλοι οι σκηνοθέτες έχουν στις αποσκευές τους ιδέες ή ολοκληρωμένα σενάρια τα οποία πιστεύουν ότι κάποια στιγμή θα πραγματοποιήσουν. Έτσι κι η “Μικρά Αγγλία”. Είχε γράψει ένα υποτυπώδες σενάριο η Ιωάννα πριν χρόνια, αλλά οι ταινίες γίνονται όταν υπάρχουν οι προϋποθέσεις οι οικονομικές.
Παράλληλα υπάρχουν κι άλλες ιδέες στο μυαλό μου. Άλλες διατηρούν τη σημασία και την ανάγκη τους να γίνουν, άλλες όχι. Γίνεται στο μυαλό του καλλιτέχνη ένα περίεργο φιλτράρισμα πάνω στο τι αντέχει και τι δεν αντέχει. Κυρίως σαν περιπτώσεις σαν τη δικιά μου που παρατηρώ, που με ενδιαφέρει να βλέπω.
Το έχεις δει το “Lost in La Mancha”; Απίστευτο. Είναι μερικές μονομανίες, τον καταλαβαίνω τον Γκίλιαμ, οι οποίες σου αφήνουν τέτοιο κενό μέσα σου που θες να το συμπληρώσεις. Ο Κιούμπρικ είχε τον “Ναπολέοντα”, ο Καζάν την τελευταία του ταινία που δεν πρόλαβε να κάνει. Ο κινηματογράφος δεν είναι σαν το βιβλίο. Έλεγα της Ιωάννας πως μπορεί να γράψει ένα βιβλίο, να το τελειώσει, κι αν δε της αρέσει δεν το κυκλοφορεί. Εγώ μπορεί να γυρίσω μια ταινία που αν δε μου αρέσει αποκλείεται να μην παιχτεί. Πρέπει να παιχτεί.

3. Ο Αγγελόπουλος και το μονοπλάνο

[Εκτός από τον Τσάπλιν και τον Κιούμπρικ], όλοι οι υπόλοιποι είμαστε δέσμιοι ενός πολύ σκληρού προγράμματος που ενώ λέει ότι ο σκηνοθέτης έχει δέκα ώρες εργασίας συνήθως οι ώρες οι δημιουργικές είναι πέντε. Ας πούμε σε αυτή την ταινία τώρα που αλλάζαν τα πρόσωπα, εγώ περίμενα με τις ώρες, 3-4 τουλάχιστον χάνονταν μέχρι όλοι οι ηθοποιοί να έχουν γκριζάρει μαλλιά, να έχουν ρυτίδες κλπ. Μπορεί να είχα στο μυαλό μου 10 πλάνα και να διαπίστωνα ότι είναι αδύνατον- έπρεπε να βρω λύσεις κινηματογραφικές και να τα συντομεύσω ή να τα συνδέσω.
Θυμάμαι τον Θόδωρο Αγγελόπουλο στην πρώτη μικρού μήκους που έκανε που ήμασταν όλοι πολύ κοντά του. Ο Κατακουζηνός κι εγώ ήμασταν οι βοηθοί τους οι επίσημοι. Στο πρώτο γύρισμα που είχε και κομπάρσους τον ρώτησα το πρωί, “Θόδωρε πόσα πλάνα έχεις να κάνεις;” και μου λέει “65”. Λέω “μη χειρότερα”, λέει “θα γίνουν”. Έχει πάει 13.00 το μεσημέρι κι είχε κάνει πέντε. Κάνουμε μια διακοπή και του λέω “δεν γίνεται, άλλα 5 μπορείς να κάνεις Θόδωρε, προσαρμόσου!”. Και ίσως είναι κι αυτός ο λόγος που ύστερα υιοθέτησε το μονοπλάνο!

ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΔΡΟΜΟΣ

“Ηλία ρίχτο”, μέρος 1: Η Θεσσαλονίκη και ο δρόμος

Μετά την οικονομική καταστροφή του “Ακροπόλ” πήγα στη Θεσσαλονίκη όταν ήταν πολιτιστική πρωτεύουσα το ‘97, είχα πιάσει σπίτι εκεί και έκανα πολιτιστικές εκδηλώσεις έξω από την πόλη. Στη Θράκη και στη Μακεδονία. Από εκεί βγήκε το “Όλα Είναι Δρόμος”, από ιστορίες που είχα ζήσει, που είχα βιώσει, που είχα ακούσει, από σημειώσεις.
Μου λείπει μια μικρή ταινία. Ήμουν ευτυχισμένος στο “Όλα Είναι Δρόμος”. Μικρή ομάδα, οι τρεις ιστορίες ήταν σε διαφορετικά μέρη, ήταν σαν ένα ταξίδι η ίδια η ταινία. Ήταν σε μέρη που μου αρέσουν, σε κόσμο που μου αρέσει. Μακεδονία και Θράκη είναι οι περισσότεροί μου φίλοι είναι.

“Ηλία ρίχτο”, Μέρος 2: Ο Αρμένης και η καπαρντίνα

Τον Αρμένη τον ήξερα από το θέατρο. Δεν είναι απλώς ηθοποιός ο Αρμένης, είναι ζογκλέρ. Μπορεί κάνει τα πάντα, μπορεί  να χορεύει χωρίς να ξέρει να χορέψει. Πολυσύνθετο ταλέντο ερμηνείας. Δώσαμε ραντεβού όταν είχα γράψει τη δική του ιστορία, στο Φλοράλ στα Εξάρχεια. Το διάβασε και μου λέει, “Παντελή, δεν τον καταλαβαίνω αυτόν, σαν ανέκδοτο μου φαίνεται η ιστορία, αλλά θα την κάνω γιατί σε αγαπάω.”
Ξεκίνησα τα γυρίσματα με την ιστορία του Καταλειφού στη Θεσσαλονίκη κι έρχεται ο Αρμένης Σάββατο για να δουλέψουμε τη Δευτέρα. Δεν είχαμε κάνει πρόβες, τίποτα. Την Κυριακή κάνουμε μια κουβέντα κι έτσι βγήκε η σκηνή με τον τηλεφωνικό θάλαμο στα χωράφια μου λέει, αυτό δεν υπήρχε.
Στο τέλος, στην τελευταία σκηνή που γκρεμίζεται το μαγαζί, εγώ διαπίστωσα ότι το ζεϊμπέκικο το τελευταίο κρατούσε 3 λεπτά. Είναι ένα μονοπλάνο η σκηνή αυτή, που όμως εξαντλούσε τη δράση μου πριν τα 3 λεπτά. Το γεγονός ότι βγάζει τη γραβάτα και την καίει και ρίχνει οινόπνευμα στην καπαρντίνα για να πάρει φωτιά, αυτά βγήκανε για να καλυφτεί το τρίτο λεπτό του ζεϊμπέκικου. Δεν υπήρχαν στο σενάριο. Βγήκαν στις άπειρες πρόβες, είχαμε πάει από το απόγευμα στο ντεκόρ και σταματήσαμε για να κάνουμε γύρισμα χάραμα, γιατί έπρεπε να ξημερώνει. Όλα αυτά βγήκαν από μια δημιουργική σχέση με τον Αρμένη κι από μια κινηματογραφική ανάγκη να καλύψω τα 3 λεπτά του τραγουδιού.

“Ηλία ρίχτο”, μέρος 3: Το Βιετνάμ και οι φανς

Πριν ξεκινήσω τη “Μικρά Αγγλία” χτυπάει το τηλέφωνο ένα μεσημέρι κι είναι κάποιος από τη Λαμία. Μου λέει, “κύριε Βούλγαρη θέλω τη διευθυνσή σας να σας στείλω κάτι.” Κι ύστερα από μια βδομάδα φτάνει ένας φάκελος που έχει μέσα ένα DVD. Το βάζω και είναι η τελευταία ιστορία του Αρμένη, ξαναγυρισμένη από ντόπιους. Μια παρέα 30 καβλωμένων με το Βιετνάμ, το ξαναγυρίσανε, σχεδόν με το ντεκουπάζ που είχα κάνει. Είχαν προσθέσει μόνο το τέλος που γκρεμίζανε το μαγαζί. Είχαν υποδυθεί όλους τους ρόλους. Τρελάθηκα. Πήγα και τους γνώρισα: Αυτοί μεταξύ τους κουβεντιάζανε με τους ίδιους διαλόγους της ταινίας, στην καθημερινότητά τους!
Ήρθε πριν κανά δίμηνο ένας νεαρός να μου φτιάξει το ίντερνετ στο σπίτι. Είχε δει το όνομά μου απ’έξω. Και πώς πιάσαμε την κουβέντα, δεν θυμάμαι, του λέω “έχω κάνει κι εγώ σε ένα μπουζουξίδικο μια ταινία”. Με κοιτάει, [σσ. φωνάζοντας υποδυόμενος έκπληξη] “ΤΟ ΗΛΙΑ ΡΙΧΤΟ;;”, μου λέει. Ναι, είναι από τα πράγματα που δεν ξέρεις πώς ξαφνικά γίνονται τόσο δημοφιλή και αγαπημένα.

ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ...

Ηλία ρίχτο”, επίλογος: Η Νάουσα και το μέλλον

Τώρα τελευταία έκανα τρεις ταινίες δύσκολες. Όταν έκανα τις “Νύφες” λέω της Ιωάννας, “ένα σερνάριο με 4 πρόσωπα σε ένα σπίτι.” Και μου βγήκε ο εμφύλιος! Τελειώνω αυτό, λέω με τίποτα πάλι κάτι τέτοιο. Και προέκυψε η “Μικρά Αγγλία”! Η σημερινή πραγματικότητα με ενδιαφέρει, αλλά καμιά φορά οι συγκυρίες φέρνουν μπροστά κάτι άλλο που επιθυμείς να κάνεις ώστε να μπορεί να πραγματοποιηθεί εγκαίρως και να μη μείνει σαν απωθημένο. Πιστεύω να ξαναγυρίσω σε αυτή την πο μινιμαλιστική περίοδο.
Είχα ξεκινήσει πριν από αυτή την ταινία στη Νάουσα κάτι, γιατί έχει εκεί ένα έθιμο καταπληκτικό που γίνεται στο τέλος Φεβρουαρίου. Ντύνονται σαν εύζωνοι, σαν τσολιάδες, με μάσκες άσπρες, πένθους. Το είχα δει πριν χρόνια και είχα βρει μια ιστορία που εξυπηρετούσε αυτή την καταπληκτική γοητεία που έχει αυτό το έθιμο. Είχα καλύψει τις εικόνες του εθίμου και μου έλειπε το υπόλοιπο μέρους του σεναρίου, για το οποίο όμως δεν είχα βρει λεφτά. Ελπίζω μετά την “Μικρά Αγγλία” να βρω, και μπορέσω να πάω να το συνεχίσω.
Θέλω να ξανακάνω κάτι τέτοιο, μικρό. Και με τον Αρμένη θέλω να ξανασυνεργαστώ.
Υπολογίζω θεού θέλοντος να κάνω άλλες τρεις ταινίες.
Όμως δεν κοιτάω ποτέ την καριέρα μου. Αφού τελειώσει μια ταινία δεν απομακρύνομαι, απομακρύνεται η ταινία, φεύγει από μένα. Και σχεδόν τελειώνοντας, εγώ έχω καβλώσει με κάτι καινούριο.