Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΕΑΤΡΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΘΕΑΤΡΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ - Ο ΘΕΑΤΡΑΝΘΡΩΠΟΣ

                                                    ΑΝΤΙΓΟΝΗ - ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ


Γεννήθηκα στην Καλλιθέα, όπου έμεινα μέχρι την Ε’ Δημοτικού. Δεν πολυέβγαινα απ’ το σπίτι. Αν πήγαινα δυο τετράγωνα παρακάτω, νόμιζα ότι πήγαινα δεν ξέρω κι εγώ πού. Κινδύνευα πολλές φορές να μη βρω το σπίτι μου, ενώ ήμουνα στον ίδιο δρόμο. Έχω κάτι περίεργες αναμνήσεις από αυτό το μέρος. Ανέβαινα σ’ ένα βουναλάκι, πίσω από το Πάντειο, και, κοιτώντας κάτω, νόμιζα ότι ήμουν σε μια μεγάλη κορυφή βουνού. Πριν από μερικά χρόνια, που είδα αυτή την ανηφορίτσα, μου φάνηκε ένα τίποτα. Έμενε εκεί η δασκάλα μουσικής του αδερφού μου - όχι δική μου, δυστυχώς. Εγώ ήμουν πολύ δειλός. Αν είχα αρχίσει μαθήματα μουσικής σε εκείνη την ηλικία, θα είχα σωθεί. Δεν θα είχα όλα αυτά τα προβλήματα αργότερα. Πολύ μυστήρια φύση είμαι. Μικρός τραγούδαγα τα πάντα. Επειδή ο αδερφός μου ασχολιόταν με την όπερα, ήξερα ατελείωτα κομμάτια απέξω. Μετά έπαψα.
Επιφανειακά ήμουν ένα παιδί με αρχές, φόβους και ανατροφή. Αλλά διαφορετικό από κάτω. Όταν το κατάλαβα, ήταν λίγο αργά, αφού αυτή η ανατροφή είχε επικρατήσει. Η ανατροφή οριζόταν στα αγόρια ως ένα είδος συνετής συμπεριφοράς, καλών βαθμών στο σχολείο, να μην αργείς πάρα πολύ το βράδυ. Όλα αυτά τα έκανα χωρίς ν’ αναρωτιέμαι, αυτόματα, με αποτέλεσμα στην τελευταία τάξη του γυμνασίου από πρώτος μαθητής να γίνω τελευταίος. Απότομα. Σκέψου πόσο έντονα το ζούσα αυτό, ώστε να πάρω αυτή την απόφαση: να κάνω σκασιαρχεία, να μπλέξω με παρέες, ξενύχτια και τέτοια. Ένα απότομο ξέσπασμα. Τότε μπήκε σε σειρά ακόμα και αυτή η ώρα του ύπνου, που είναι πρωινή.
Παρόλη την επαναστατική διάθεση της δεκαετίας του ’60, εγώ χαρακτηριζόμουν από έναν συγκρατημό. Η πλευρά της «ανατροφής» επικρατούσε στο βάθος. Δεν έδινα διέξοδο σε πράγματα πολύ τολμηρά. Γι’ αυτό και τώρα αντιλαμβάνομαι τα πολύ τολμηρά πράγματα κάθετα. Έχει ενδιαφέρον να αντιμετωπίζεις επιφανειακά την αίσθηση του κινδύνου. Τώρα την ξέρω την αίσθηση του κινδύνου από τη δουλειά μου. Παρόλο που επικράτησε η πλευρά του καλού παιδιού στη δουλειά, πρέπει συνεχώς να επαληθεύω ότι κινδυνεύω. Αλλιώς δεν μπορώ να προχωρήσω. Είναι πολύ περίεργοι οι τρόποι που βρίσκει κανείς, ώστε να εφευρίσκει πράγματα και να τα συνθέτει. Δεν κατάλαβα ποτέ πώς έφτασα στη δουλειά που κάνω. Δεν ήταν κάτι που επιδίωκα φανερά. Αν το ήξερα πως αυτό ήθελα να κάνω, θα με χάλαγε. Οτιδήποτε, αν το ήξερα από πριν, με χάλαγε. Έπρεπε να πηγαίνω κάπου επειδή κάτι με οδηγεί. Πρώτη φορά έπαιξα μετά τον στρατό. Δεν ήταν κάτι που ήθελα. Με σπρώξανε. Ίσως φοβόμουνα την απόρριψη και την αποτυχία
Η πρώτη παράσταση που έπαιξα ήταν στο Ανοιχτό Θέατρο, που ήταν τότε εκεί που βρίσκεται τώρα το Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας. Ήταν η κατά Γιώργο Μιχαηλίδη ιστορία του Βόιτσεκ, που ονομαζόταν Τα οράματα του Μπίχνερ». Μετά δούλεψα με το Αμφιθέατρο, ενώ ήταν να πάω στο Τέχνης. Λάτρευα τον Κουν και με λάτρευε, αλλά δεν συνεργαστήκαμε ποτέ. Τώρα, άμα κάτσω και το σκεφτώ, μπορώ να καταλάβω γιατί το έκανα. Μετά, έμεινα στο Αμφιθέατρο, στη συνέχεια στην επιθεώρηση με τα παιδιά του Ελεύθερου Θεάτρου, μετά στη Λαμπέτη και μετά έγινε η Σκηνή. Τέλος, έγινε Η νέα Σκηνή, όπως νέα ζωή.
Δεν είχα κανέναν λόγο να σκηνοθετήσω. Έγινε εκ των ενόντων. Είχαμε σκεφτεί κάποιον άλλον για τη Σκηνή. Μετά είπαμε, όμως, πώς θα μας σκηνοθετήσει κάποιος που δεν μας ξέρει; Κάπως έτσι έγινε κι έπεσα στα βαθιά. Αναγκάστηκα, δηλαδή, να δεχτώ κάτι που συνέβαινε. Από τότε είχα τον εαυτό μου ως ηθοποιό σε δεύτερη μοίρα, παρότι υπήρχαν στιγμές που απελευθερωνόταν ο ηθοποιός κι είχε κάποιες καλές στιγμές. Αφού βέβαια είχαν προχωρήσει οι πρόβες και η παράσταση. Αυτό έκανα ανελλιπώς μέχρι τώρα. Μόλις πρόσφατα βρήκα έναν τρόπο να χαλαρώσω και να φέρω τα πράγματα σε μια ισορροπία. Αυτό είναι άσχετο με τις επιτυχίες που είχα στο παρελθόν. Ακόμα και σήμερα δεν διατείνομαι ότι είμαι σκηνοθέτης. Δεν έχω σπουδάσει καν σκηνοθεσία. Βέβαια, βλέπουμε και τους σπουδαγμένους τι κάνουνε... Είμαι καθαρά εμπειρικός, δεν μπορώ να «μάθω» να σκηνοθετώ. Δεν μπορώ να πω ότι κάτι που έκανα σ’ ένα έργο μπορώ να το κάνω και στο επόμενο. Βρήκα ένα χαρτί μια μέρα, όπου έγραφα πώς πρέπει να γίνει μια βουβή σκηνή. Αυτό μπορούσε να οδηγήσει στη «μέθοδο Βογιατζή», πλην όμως δεν έγινε ποτέ.
Έχω τεράστια ανάγκη την επαλήθευση για να προχωρήσω. Μην το εκλάβεις ως κάτι ορθολογικό. Η επαλήθευση είναι απαραίτητη τόσο στην επιστήμη όσο και στην τέχνη. Μιλάω καθαρά για την καλλιτεχνική δημιουργία. Επαληθεύεις ότι σωστά ανταποκρίνεται μέσα σου αυτό που κάνεις. Δεν μου αρέσουν οι μέθοδοι και η διδασκαλία. Δεν πιστεύω ότι μπορώ να σε μάθω κάτι. Μπορώ μόνο με πλάγιο τρόπο να δω αν εσύ σκαμπάζεις. Παλιότερα δεν το ήξερα, ήμουν πολύ επίμονος και μανιακός. Τότε, από την ανάγκη ν’ αποκτούν οι παραστάσεις μια ροή, μια αισθητική και μια υπόγεια μουσικότητα, μπορούσα να σου πω «κάνε αυτό ακριβώς».
Μου αρέσουν περισσότερο οι πρόβες από την παράσταση. Όλη αυτή η διαδικασία της ανακάλυψης. Σε ενδιαφέρει να δεις πού βρίσκεσαι, τι κάνεις, τι κάνουν οι άλλοι. Να αποκτήσεις αυτή την ευχαρίστηση που είναι μια πολύ μυστήρια έννοια, εφόσον μπορεί να τη νιώθουν και οι ατάλαντοι. Τι σημαίνει, όμως, ευχαρίστηση; Το ότι μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε; Όμως όχι, δεν μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε - και τότε ακριβώς είμαστε πραγματικά ελεύθεροι. Αλλιώς, είμαστε ασύδοτοι.
Βεβαίως, θα ήταν απόλυτα δικαιολογημένο να σου πω να κάνεις αυτό ακριβώς. Στη χώρα μας και στον χώρο μας υπάρχει αυτή η υποκειμενική δυσκολία τού να ξέρεις ότι χρειάζεται να δουλέψεις. Δουλεύω σημαίνει μπαίνω σε περιοχές που δεν τις κατέχω. Βλέπω κάποιους ηθοποιούς στην τηλεόραση, που υποτίθεται ότι έχουν ταλέντο, και παραμένουν αναλλοίωτοι. Εντάξει, στην τηλεόραση δεν σου ζητάνε και τίποτα το ιδιαίτερο, αλλά έτσι αρχίζεις και συνηθίζεις το να μη σου ζητάνε. Είναι όπως λέγανε παλιά για μια γνωστή ηθοποιό: «Μην κοιτάς που παίζει έτσι στην παράσταση, στις πρόβες είναι εκπληκτική. Αλλά στην παράσταση αναγκάζεται να προσαρμοστεί σε αυτό που θέλει το κοινό». Δεν μπορεί να ισχύει αυτό το πράγμα. Αν αποφασίσεις να είσαι καλός, δεν μπορείς να κάνεις ύστερα εκπτώσεις.
Δεν είμαι κανένας βαρεμένος που διατείνεται συνέχεια ότι τα πράγματα πρέπει να είναι υψηλού επιπέδου. Η έννοια αυτή δεν περιέχεται στη γλώσσα που χρησιμοποιώ. Για υψηλό επίπεδο και πνευματικότητα μιλά ο πάσα ένας. Έχουν χάσει το νόημά τους οι λέξεις. Ο καθένας έχει το δικό του μέτρο, το οποίο μπορεί να είναι αποδεκτό, μπορεί και όχι. Όμως κάπου υπάρχει μια περίεργη, υπόγεια αίσθηση μιας πιο αναλλοίωτης πραγματικότητας. Θα μπορούσα να τη συγκρίνω με αυτό που νιώθω για τους θεατές, όταν απογοητεύομαι από αυτούς. Σκέφτομαι καμιά φορά ότι έχει μεγάλη σημασία να παίρνεις δύναμη απευθυνόμενος στον ιδανικό σου θεατή: σε αυτόν που με κατραπακιάζει μεν, όχι όμως όπως οι κριτικοί...
Δεν μπορεί ν’ αλλάξει τίποτα σε αυτήν τη χώρα. Είναι συνηθισμένος ο πυρήνας των ανθρώπων σε λειτουργίες συμφεροντολογικές. Είναι διχασμένοι οι άνθρωποι. Με τον ίδιο τρόπο που μπορεί ένας κριτικός θεάτρου να γράψει τα καλύτερα για τους φίλους του, χωρίς να το πιστεύει. Να το υποστηρίζει, χωρίς να το πιστεύει. Με την ίδια ευκολία που απογειώνει μετριότητες, καταβαραθρώνει αυτούς που αξίζουν. Έτσι οι άνθρωποι χάνουν το γούστο τους. Δεν έχουν πια γούστο κι αυτό γίνεται συνήθεια. Αποκτάς μια σιγουριά και γίνεσαι πρόχειρος. Δεν μπορείς να γράφεις ψέματα ότι σου αρέσει κάτι που στην πραγματικότητα δεν αξίζει. Για να μπορέσω να σε πείσω για κάτι που δεν αξίζει, μπαίνω στην ίδια διαδικασία που μπαίνει ένας ηθοποιός. Άμα το κάνω εκατό φορές, γίνομαι στο τέλος αυτό που παριστάνω. Έτσι, εγώ μεν πιστεύω αυτό που γράφεις, αλλά η τιμωρία σου είναι ότι γίνεσαι κακόγουστος. Αυτό είναι μέσα στην κοινωνία. Θέλαμε να σπουδάσουμε όλοι και να τι έγινε. Δεν είναι κακό αυτό, κακό είναι το να θες να γίνεις αγρότης και η μάνα σου να λέει «όχι κι αγρότης το παιδί μου!». Έμαθα ότι μια μητέρα ζήτησε ν’ αλλάξει το έργο που θα παιζόταν στο σχολείο, επειδή ο γιος της δεν είχε μεγάλο ρόλο. Αυτό πώς θα γίνει ν’ αλλάξει; Αλλάζουν οι γονείς; Προσωπικά π.χ. είχα πρόβλημα με τη μητέρα μου, δεν την άφηνα να έρθει να με δει. Μου έλεγε «στο Ηρώδειο, όμως, θα έρθω. Δεν θα με καταλάβεις σε τόσο κόσμο». «Κανείς λάθος», της απαντούσα, «εγώ έχω εθιστεί στο να ψάχνω να δω αν είσαι από κάτω ή όχι. Θα σε βρω και θα διακόψω την παράσταση». Με τον πατέρα μου δεν είχα πρόβλημα.
Η τελειομανία είναι συχνά κάτι στείρο. Γι’ αυτό δεν είναι σωστή λέξη γι’ ανθρώπους που πραγματικά επιθυμούν να προχωρήσουν. Αλλά έχει όντως αρχίσει να καταντάει κάτι αρνητικό, ενώ είναι θετικότατο. Επειδή το αναφέρουν αρκετές φορές για μένα, σημασία έχει να σκέφτεσαι ποιοι είναι αυτοί που το γράφουν και γιατί. Δεν έχει σημασία να σκέφτεσαι αυτό που λένε. Αυτό είναι μια ευκολία. Παλιά με ενοχλούσαν αυτά που έγραφαν. Επειδή ήμουν πιο ανασφαλής. Τώρα δεν με νοιάζει, γιατί δεν θα με βάλει σε μια τέτοια ιστορία κάποιος που είναι τόσο μακριά από τα πράγματα.
Μπορώ με κάποιον να προσπαθώ να συνεργαστώ για τρεις μήνες. Ε, όταν μπει ο τέταρτος, χάνεται η δυνατότητα. Έτσι γίνονται και οι πολλές παρεξηγήσεις. Αρρώστησα από αυτό το πράγμα και κατάλαβα ότι δεν γίνεται να ζητάς από τον άλλον κάτι που δεν μπορεί να κάνει. Εμένα η ανάγκη μου ήταν πάντα να συνεργάζομαι με ανθρώπους που να βρισκόμαστε στο ίδιο μήκος κύματος. Αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο, οπότε «ίδιο μήκος» σημαίνει κάτι άλλο πια. Δεν μπορώ να δουλεύω εγώ είκοσι ώρες κι εσύ δύο και να πιστεύουμε ότι είμαστε στο ίδιο μήκος. Ομαδικό σημαίνει να μπορεί να είναι ο καθένας αυτό που είναι. Δεν γίνεται με το ζόρι. Ομαδικό είναι να δέχομαι ότι εγώ δουλεύω είκοσι ώρες κι εσύ δύο. Η δουλειά είναι από τη φύση της ομαδική. Μη βλέπεις ότι είναι μοδάτο να μαζεύονται δέκα νέοι και να δουλεύουν. Από τη μεγάλη ανάγκη για ομαδικότητα έφτασα σήμερα να κάνω το αντίθετο... Ομαδικότητα είναι η αποδοχή τού τι ανήκει στον καθένα.
Όσο περνούν τα χρόνια, θέλω η παράσταση ν’ ανεβαίνει όσο πιο σύντομα γίνεται. Ακόμα κι ανέτοιμη. Από Ελληνες θεατρικούς συγγραφείς μού αρέσουν πάντα ο Διαλεγμένος και η Λούλα. Επίσης, ο Κεχαΐδης ο συγχωρεμένος. Υπάρχουν κάποιες ενδιαφέρουσες φωνές τα τελευταία χρόνια, όπως ο Μιχάλης ο Βιρβιδάκης, που θα ανεβάσω έργο του του χρόνου. Θυμάμαι πως όταν έκανα το Σε φιλώ στη μούρη του Διαλεγμένου, διάβαζα το έργο κι έλεγα ότι αυτή είναι η γλώσσα μου. Δεν το καταλάβαινα. Αυτήν τη λέξη τη χρησιμοποιώ, την ακούω, τη λέω, στο θέατρο, όμως, μου είναι κάτι άγνωστο. Ξεκίνησα τη σχέση μου με τα ελληνικά έργα, διαπιστώνοντας ότι η γλώσσα μού είναι κάτι το άγνωστο. Και δεν ήταν λάθος, γιατί αν τη θεωρούσα γνωστή, θα έβγαινε κάτι πολύ κοινότοπο.
Δεν με συγκινούν τα ωραία. Με συγκινεί η χώρα μου γιατί την έχω συνηθίσει. Παρόλο που μου αρέσει πάρα πολύ η Ζυρίχη. Έχει απίστευτα πράγματα αυτή η χώρα. Αθέατες οντότητες κρατούν κάτι. Γιατί οι γνωστές είναι καταβαραθρωτικές. Έχουν επικρατήσει ένας ζαμανφουτισμός και η καλλιέργεια αυτού του εγωιστικού και συμφεροντολογικού αισθήματος που δημιουργεί άλυτες καταστάσεις. Είχα κάθε ευκαιρία, και πολύ καλές καλλιτεχνικά, να φύγω εξωτερικό. Σχεδόν δεν θέλησα. Έβρισκα τρόπους να μην πηγαίνω. Θα ήταν ενδιαφέρον να πήγαινα, αλλά δεν ένιωσα ποτέ ότι έχω λύσει κάτι βασικό εδώ. Μια φορά, ένα πολύ μεγάλο θέατρο μου έκανε μια πρόταση και μου έστειλε ηθοποιούς να διαλέξω. Όταν τους είδα, έκανα την πολύ ηλίθια σκέψη ότι με αυτούς θα έχω τελειώσει την παράσταση σε δεκαπέντε μέρες. Μα, είναι δυνατόν να κάνω εγώ παράσταση σε δεκαπέντε μέρες;

=============================

Η ΠΡΩΤΗ ΜΑΣ επικοινωνία έγινε στις 2:00 μετά τα μεσάνυχτα. Ξέροντας ότι ξενυχτάει όπως κι εγώ, του ζήτησα να με πάρει να συνεννοηθούμε ό,τι ώρα ήθελε. Σε παλιότερη συνέντευξή μας είχε χρειαστεί να περιμένω να τελειώσει πρόβα. Τότε είχαμε ξεκινήσει να μιλάμε στις 1:30 το πρωί και τελειώσαμε γύρω στις 4:00. Αυτήν τη φορά το πρόβλημα ήταν μόνο ότι είχε ένα πολύ φορτωμένο Σαββατοκύριακο. Το μεσημεριάτικο κάλεσμα του Σαββάτου ήταν επιτακτικό: «Πάρε ταξί αμέσως, έχω μόνο μία ώρα καιρό». Κι έτσι βρέθηκα στα σκοτάδια του θεάτρου της οδού Κυκλάδων, ενώ έξω ο ήλιος έλαμπε. Αποφασίσαμε να καθίσουμε στο νέο αίθριο που υπάρχει εδώ κι έναν χρόνο στο πίσω μέρος, που βλέπει έναν ακάλυπτο. Οι νοικοκυρές στα γύρω μπαλκόνια έκαναν τις δουλειές τους κι ο Λευτέρης Βογιατζής έδειχνε στα καλύτερά του. Κομψά ντυμένος αλλά και μποέμ ταυτόχρονα, ήρεμος και ευδιάθετος, σε λίγο θα μου έδινε ολόκληρη διάλεξη γύρω από τον Χάρολντ Πίντερ, έργο του οποίου μόλις ανέβασε. Το Θερμοκήπιο ούτε το έχω διαβάσει -είναι έργο μάλλον άγνωστο-, ούτε την παράσταση έχω δει ακόμα. Έτσι, ξεκίνησα την κουβέντα για το περιπετειώδες ανέβασμα του Τόκου του Δημητριάδη στο Φεστιβάλ Αθηνών. Η παράσταση «δίχασε κοινό και κριτικούς», που λένε, αλλά κάτι στο οποίο όλοι λίγο πολύ συμφώνησαν ήταν ο λάθος χώρος. Ήταν αυτό και το πρώτο πράγμα που του ομολόγησα, ότι όταν μπήκα μέσα στον φεστιβαλικό, πρώην εργοστασιακό χώρο της οδού Πειραιώς, νόμιζα ότι ήμουν σε γήπεδο 4x4.
«Εγώ ήθελα να ανέβει εδώ μέσα, αλλά το Φεστιβάλ επέμενε να γίνει εκεί. Είπα “ας το δοκιμάσω”. Εν τέλει, όχι απλώς το δοκίμασα, το τίναξα στον αέρα! Είχαμε μόλις μιάμιση μέρα για να γίνει το όλο στήσιμο, μαζί με τους φωτισμούς. Μια τρέλα. Ο χώρος μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μόνο με μικρόφωνο και χρειαζόταν η μπούκα για να διατηρηθούν τα μηχανήματα του ήχου, την οποία εμείς αφαιρέσαμε τελείως. Ήταν μια προβληματική κατάσταση, την οποία εγώ έκανα ακόμα πιο προβληματική, φέρνοντας στα άκρα τον βαθμό δυσκολίας. Ήταν ένα πείραμα το οποίο από μια άποψη ήταν ολέθριο κι από άλλη πάρα πολύ ενδιαφέρον. Έπρεπε να λυθεί το πρόβλημα της κίνησης, κι αυτή η δυσκολία ένιωθα να με έλκει».

ΘΕΛΟΝΤΑΣ ΝΑ 
καταλάβω πού έβρισκε το ενδιαφέρον του τολμήματός του στην «αλάνα», όπως κι ο ίδιος χαρακτήρισε τον χώρο, επέμενα να μου εξηγήσει και συνέχισε. «Έτσι με ενδιέφερε να το δούμε κι εγώ και η σκηνογράφος, στην άκρα του γύμνια. Όσο γι’ αυτό που νιώθει κανείς μόλις βλέπει κάτι, μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά. Αν μπεις σε έναν χώρο, αντί τρομαγμένος, με περιέργεια, μπορεί να νιώσεις άλλα πράγματα. Εγώ δεν έκανα μια διαφορετική δουλειά εκεί. Έκανα μια τρομακτικά επώδυνη δουλειά. Και “αποτυχία” να το λέγατε, τι είδους αποτυχία εννοείτε; Άνθρωποι που εμπιστεύομαι θεωρούν κι αυτοί, όπως κι εγώ, ότι είναι από τα καλύτερα πράγματα που έχω κάνει». Ε, δεν είχα σκοπό να εξαντλήσω, βέβαια, τη συζήτησή μας γύρω από αυτό.

Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ ΕΙΝΑΙ 
για τη γενιά μου ένας τρόπον τινά «ζωντανός μύθος», όπως ήταν παλιότερα ο Κουν και ο Βολανάκης. Ο ίδιος θέλει να κοιτάει τη δουλειά του και να μην επηρεάζεται από το κουβεντολόι της πλατείας και «δημοσιογραφίστικους» χαρακτηρισμούς. Η αγωνία του ή, καλύτερα, το ερώτημα που θέτει στον εαυτό του είναι πάντα η ίδια η φύση του θεάτρου, οι λόγοι που οδηγούν κάποιον να ανεβαίνει στη σκηνή. Ο χαρακτηρισμός «στοίχημα», που αρχικά χρησιμοποίησα για την αναμέτρησή του με τα έργα που αναλαμβάνει, λέξη μάλλον «πεζή», δεν τον εκφράζει. «Οι λέξεις διαφέρουν ανάλογα με τη θέση που παίρνουν σε μια φράση κι ανάλογα με τον άνθρωπο που τις λέει. Δεν είμαστε λεξικό που το ανοίγεις και βλέπεις μια έννοια. Μια λέξη σημαίνει όλα τα πράγματα που μεταφέρει αν κάτσει δίπλα σε μία άλλη, αν είναι μόνη της, αν κάνει κρύο, αν κάνει ζέστη…», μου είπε στην αρχή της κουβέντας, όταν τον αποκάλεσα «τελειομανή». Λέξεις λοιπόν όπως «στοίχημα», «στόχος», λέξεις κλισέ, η αλήθεια είναι, δεν του άρεσαν. Λέξεις μάλλον… απλοϊκές που χρωματίζουν άλλου τύπου συμπεριφορά: «Δεν βάζω καθόλου στοιχήματα στη ζωή μου. Τι σημαίνει “στοίχημα”;
Βάζω στοίχημα, λέμε, αν θα πετύχω κάτι. Εγώ δεν διαλέγω ένα έργο απλώς επειδή είναι δύσκολο, για να δω αν θα πετύχω και να έχω την “ικανοποίηση” επειδή το πέτυχα. Μ’ ενδιαφέρει το αίνιγμα του έργου στον βαθμό που, αφού το λύσω, να μπορέσω να το διατηρήσω. Δεν πάει ο νους μου να νικήσω μια δυσκολία, να τα βγάλω πέρα παλικαρίσια». Έστω. Μπορούμε να μιλήσουμε για «ικανοποίηση» σε ανθρώπινες διαστάσεις; Ούτε τότε, όμως, πέτυχα τη σωστή λέξη. «Θα απαντήσω ειλικρινά, γιατί για κάποιον λόγο μού το βγάζεις με τις ερωτήσεις σου. Νιώθω έναν τρόμο μπροστά σε κάτι που με παγιδεύει όταν μιλάμε για ικανοποίηση. Αντί για ικανοποίηση, προτιμώ να πάω για μπάνιο στη θάλασσα. Δεν θέλω να σκέφτομαι ότι έκανα έναν κόπο για τον οποίο θα πρέπει να νιώσω ικανοποίηση. Μπορεί να τη νιώθω κάπου, στο ένα μου πλευρό ή στο φρύδι, αλλά δεν θέλω να ξέρω ότι τη νιώθω! Δεν μπορώ να ζήσω μ’ αυτές τις σκέψεις. Να λέω, “αχ, έκανα κάτι καλό”». Αναπόφευκτα αναρωτιέμαι, δεν ήταν «στόχος» η επανάληψη της Αντιγόνης για δεύτερη χρονιά; «Ίσως, αλλά εγώ δεν μπορώ να σκέφτομαι ότι έχω έναν στόχο. Αν υπάρχει, υπάρχει! Δεν θέλω να λέω “έχω έναν στόχο”. Το κάνω με τον πιο φυσιολογικό τρόπο. Είναι μέσα μου…».
Η επανάληψη της Αντιγόνης ήταν όντως βελτιωμένη, το παραδέχεται, είτε το στόχευσε είτε όχι. Καταλήγω -άλλη μια λέξη που του προξένησε αποστροφή- ότι οι λέξεις που χρησιμοποιώ δεν είναι αυτές που τον εκφράζουν. Ακόμα και η «αγωνία» που ζει όταν είναι υποχρεωμένος κάθε βράδυ να παίζει, πάλι δεν ήταν η κατάλληλη. «Όλο το πρόβλημα είναι αυτό. Τι είναι αυτή η δουλειά στο βάθος; Πολλά βράδια με πιάνει κρύος ιδρώτας. Γιατί να βγω τώρα να παίξω; Για ποιον λόγο να βγω μπροστά στον κόσμο; Έχω κάποια σχέση μαζί τους; Είναι κάποιος ιδεαλισμός; Κάποια ανώτερη δύναμη που λέει “βγες και γίνε ιερέας εννοιών”; Καθόλου! Έχω τεράστιο πρόβλημα και προσπαθώ να το μεταδώσω και στους άλλους». Μα, τι στο καλό! Τόσα χρόνια στο σανίδι, που λένε, δεν το έχει απαντήσει; «…Η μόνη απάντηση που έχω δώσει είναι ότι, όπως με χρησιμο- ποιούν οι θεατές, έτσι πρέπει να τους χρησιμοποιήσω κι εγώ. Δηλαδή για αισθητικούς λόγους. Υπάρχει η ανάγκη να σε βλέπουν και να σε ακούν, στο επίπεδο που κάτι τέτοιο χρειάζεται για να επικοινωνείς με τον εαυτό σου.
Τότε μπορώ να βρω δικαιολογία και να πω ότι έχουμε ανάγκη οι ηθοποιοί το κοινό για κάποιον λόγο. Έτσι, μπορώ να ισχυριστώ ότι απόψε έχω κέφι, γιατί χωρίς κέφι αυτό το πράγμα είναι ένα μηδέν. Έχω, δηλαδή, την όρεξη να ρίξω ένα μικρό φως σ’ αυτήν τη σχέση που πάει να γεννηθεί. Να δούμε αν θα γεννηθεί κι αν θα αποκαλύψει κάτι». Να, λοιπόν, μια αιτία, λέω εν τη αφελεία μου… «Μπα, δεν ανακαλύπτονται ποτέ. Μόλις ανακαλυφθούν, αρχίζει καινούργια αναζήτηση καινούργιας αιτίας!». Είναι γνωστό ότι η σχέση του σκηνοθέτη Βογιατζή με τους ηθοποιούς του είναι ιδιαίτερη και γόνιμη. Δεν είναι τυχαίο ότι αφιερώνει μήνες στη διδασκαλία των παραστάσεών του. «Η θέση του ηθοποιού μέσα στο έργο είναι το μεγάλο κλειδί. Κι εκεί είναι όλο το θέμα, κι ό,τι επενδύεται είναι αυτό. Είτε πετυχαίνει, είτε δεν πετυχαίνει. Γι’ αυτό και είμαι τόσο δοσμένος στους άλλους ηθοποιούς, σε σημείο που δεν έχω χρόνο για μένα. Εγώ προετοιμάζομαι πολύ μετά». Αυτό ήταν κάτι που άκουγα για πρώτη φορά. Ζητάω να μου διευκρινίσει αν εννοεί ότι δουλεύει τους ρόλους του στη διάρκεια των παραστάσεων. «Αυτό ακριβώς συμβαίνει πάντα!», παραδέχεται…

ΜΕ ΤΗ ΝΕΑ 
του παράσταση μοιάζει, ωστόσο, απόλυτα «ικανοποιημένος», για να χρησιμοποιήσω τη βλάσφημη για κείνον λέξη. Πρόκειται για ένα έργο που ο Χάρολντ Πίντερ είχε γράψει το 1958, εν μέσω Ψυχρού Πολέμου, και τρομαγμένος, ενδεχομένως, από την κακή υποδοχή του Πάρτι Γενεθλίων, το έβαλε στο συρτάρι για να το επαναφέρει είκοσι δύο χρόνια μετά, ανακαλύπτοντας πόσο μπροστά από την εποχή του ήταν, με αναφορές στα γκουλάγκ και στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όλα συμβαίνουν μέσα σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα, όπου το κοινό δεν βλέπει ποτέ τους ασθενείς, αλλά μόνο το ανώτερο προσωπικό. Του κάνω την παρατήρηση ότι δεν είναι τυχαίο που επέλεξε, έστω υποσυνείδητα, ένα τέτοιο έργο αυτή την εποχή. «Πολύ πιθανόν, αλλά είμαι ευτυχής που η κατεύθυνσή του δεν είναι αμιγώς πολιτική. Είναι μια τερατώδης φάρσα για την εξουσία και τη γραφειοκρατία.
Διακωμώδηση και ταυτόχρονα σκοτεινή ζωγραφιά αυτού του κόσμου, που το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Κι έχει πάρα πολύ γέλιο! Διαφέρει λίγο από τα άλλα του έργα, ορισμένα πράγματα λέγονται καθαρά, με τ’ όνομά τους, γεγονός που δημιουργεί μια τρομερή περιδίνηση που πάλι μας θολώνει και τα κάνει όλα να είναι πολύ διφορούμενα. Δεν ξέρεις από πού ξεκινά και πού καταλήγει, ποιος κινεί τα νήματα μες στον κόσμο. Για μένα αυτή είναι η αξία του έργου τελικά. Είμαστε ριγμένοι σε έναν κόσμο όπου συμβαίνουν πράγματα που δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις, γιατί δεν ξέρεις από πού ξεκινά ο τρόπος της λειτουργίας τους. Από την κυβέρνηση μέχρι την επιστήμη. Ο Πίντερ, όταν το έγραψε, δεν ήθελε να έχει καμία πολιτική κατεύθυνση - αν και αντιρρησίας συνείδησης τα σιχαινόταν όλα αυτά. Άρα, να που η κατεύθυνση είναι μέσα μας! Δεν σχεδιάζεις, δεν στοχεύεις. Όπως κι εκείνος, τότε, δεν στόχευε σε μια πολιτική αντιστοιχία των θεμάτων του στη ζωή».

ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΤΟΥ ΒΟΓΙΑΤΖΗ, 
συνήθως αξιοπρεπές, πνίγει τα γέλια του για χάρη της σοβαρότητας του κειμένου και της βαρύτητας του ονόματος του συγγραφέα. Με διαβεβαιώνει ότι αυτό είναι παρατηρημένο ακόμα και στην Αγγλία. «Υπάρχουν δύο ειδών Πίντερ: εκείνος που είναι πλασμένος κάπως για το κοινό κι ο πιο αληθινός. Όποτε έπαιζε ο ίδιος στα έργα του ή τα σκηνοθετούσε, δεν υπήρχε περίπτωση να μη γελάει το κοινό. Γιατί ήξερε τι έκανε. Με το ένα του πόδι πατούσε στην παράδοση τη θεατρική, που ήξερε πολύ καλά, καθώς ήταν χρόνια ηθοποιός σε περιοδεύοντες θιάσους, όπου είχε παίξει τα πάντα. Κι εδώ το κοινό αλληλοεπηρεάζεται. Το βλέπω πολλά βράδια. Αυτοί που είναι πιο ελεύθεροι γελάνε και νιώθουν να καταπιέζονται από τους άλλους, που τους κάνουν να σωπάσουν. Το αιώνιο πρόβλημα! Οι φράσεις, όμως, έχουν ένα υπόβαθρο πολύ ειρωνικό, προξενούν τρομακτικό γέλιο. Πάντως, νιώθω τυχερός που ανέβασα Πίντερ πριν από τον Σαίξπηρ. Ενώ επιφανειακά είναι δύο συγγραφείς εκ διαμέτρου αντίθετοι -ο ένας η μεγάλη γλώσσα κι ο άλλος ο άγλωσσος σχεδόν-, εντούτοις υπάρχει μια τρομακτική σύμπνοια στους δυο τους». Η κουβέντα συνεχίστηκε με τη θεατρική έκρηξη των τελευταίων ετών, την οποία βρίσκει πολύ ενθαρρυντική, έκανε νύξεις γύρω από το παιχνίδι των κριτικών στην Ελλάδα και έκλεισε με την πιθανότητα να ανεβάσει καθαρά πολιτικό έργο σύντομα, καθώς η κατάσταση γίνεται όλο και πιο «πνιγηρή». «Δεν το απορρίπτω καθόλου αυτό το πράγμα. Ακριβώς γιατί, αν το δηλητήριο της πνιγηρότητας σε διαπεράσει, θα κάνεις αυτό που λέει η ψυχή σου να κάνεις».

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

ΚΑΦΚΑ - Η ΔΙΚΗ... Γεωργουσοπουλος vs Κούντερα...

Κώστας Γεωργουσόπουλος
Από την εποχή του Προύστ , του Τζόυς και του Κάφκα το μυθιστόρημα δεν είναι αφήγηση , είναι ΄΄ αφηγούμενο ΄΄ . Η διαφορά , είναι διαφορά αντιλήψεως του χρόνου. Στην αφήγηση , ο χρόνος είναι ένας αντικειμενικός καμβάς , μία οθόνη πάνω στην οποία διέρχονταν τα γεγονότα κατά παράταξη ,κατά την φορά των δεικτών του ρολογιού . Στο αφηγούμενο ο χρόνος είναι υποκειμενικός , διαρρέει τα γεγονότα , τα διαβρώνει κινούμενος στην απροσδιόριστη περιοχή της μνήμης , όπως ακριβώς η πυξίδα που τρελάθηκε. 
Το ρεαλιστικό μυθιστόρημα ,γέννημα της αλαζονείας του θετικισμού , είδε ,κατά κανόνα ,τις ανθρώπινες σχέσεις καταγράψιμες μέσα σε ένα σύστημα αιτιοκρατικό. Το σύγχρονο δυτικό μυθιστόρημα στην εποχή μας ,  της απροσδιοριστίας και της υπαρξιακής αγωνίας αντιμετωπίζει την ανθρώπινη συμπεριφορά ,είτε ως μία σειρά τυχαίων φαινομένων ,είτε ως μία παράλογη συρροή συμβάντων των οποίων αγνοούμε το νόημα .
Ο Κάφκα είναι ο ευαίσθητος σεισμογράφος αυτής της αλλοτρίωσης . Έτσι ο άνθρωπος του Κάφκα γίνεται ένας αναζητητής προσώπου ,ένας εξερευνητής συνόρων , ένας ανιχνευτής σε ναρκοθετημένη περιοχή. 
Το λάθος με τους διασκευαστές του Κάφκα αρχίζει από μίαν απλοποίηση . Παίρνουν τοις μετρητοίς το μύθο. Ξεγελιούνται από την παρατακτική και ρεαλιστική επιφανειακά διαδοχή των γεγονότων του μύθου . Δεν διακρίνουν την παραβολή. Έτσι κινδυνεύουν , τη Δίκη πχ να την πάρουν σαν μια , ποιότητας βέβαια υπόθεση δικαστικής πλάνης , σαν αφήγηση της τραγικής ιστορίας του Ιωσήφ Κ. που εμπλέκεται στα γρανάζια της δικαστικής εξουσίας , της απρόσωπης και γραφειοκρατικής . 
Κανένας ίσως δεν υποπτεύθηκε πως ο ήρωας του Κάφκα και αν ακόμα ήταν αθώος το πρωί της σύλληψής του , όταν εκτελέστηκε δεν ήταν ! Είχε διαλέξει την ενοχή που τον διάλεξαν. Ούτε κανένας ίσως δεν υποψιάστηκε πως αυτή η Δίκη ήταν άλλης τάξεως ηθικής .

Μίλαν Κούντερα
O K. χωρίς να έχει κάνει κανένα κακό , αρχίζει αμέσως να συμπεριφέρεται σαν ένοχος . Αισθάνεται ένοχος . Τον έκαναν ένοχο . Τον ενοχοποίησαν . Ένοχος αισθάνεται αυτός που είναι ένοχος . Οι Καφκολόγοι δεν εκπλήσσονται που κάποιος κατηγορείται χωρίς να του λένε γιατί και δεν σπεύδουν να συλλογιστούν την σοφία αυτής της μοναδικής επινόησης ή να εκτιμήσουν την ομορφιά της. Αντίθετα αρχίζουν να παίζουν τον ρόλο του εισαγγελέα σε μια νέα δίκη , την οποία κινούν οι ίδιοι εναντίον του Κ. , προσπαθώντας αυτή τη φορά να αναγνωρίσουν το αληθινό σφάλμα του κατηγορούμενου .
  • Δεν είναι ικανός να αγαπήσει 
  • Άφησε την ζωή του να μηχανοποιηθεί 
  • Διέλυσε τον αρραβώνα του
Η Δίκη που κινούν οι Καφκολόγοι εναντίον του  Κ. είναι εξ ίσου καφκική με την πρώτη . Γιατί αν στην πρώτη δίκη ο Κ. δεν κατηγορείται για τίποτα , στην δεύτερη ( των Καφκολόγων ) κατηγορείται για ότι δήποτε , που κάνει το ίδιο , αφού και στις δύο περιπτώσεις ένα είναι σαφές :  ο Κ. δεν είναι ένοχος επειδή έκανε κάποιο σφάλμα , αλλά επειδή υπήρξε κατηγορούμενος . Είναι κατηγορούμενος , άρα πρέπει να πεθάνει . 

Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013

ΚΑΜΥ - ΤΟ ΠΑΡΑΛΟΓΟ

Ο Καμύ χωρίς αμφιβολία είναι ο πρώτος ο οποίος έμπασε στη λογοτεχνία τη διάσταση του παραλόγου . Και λέμε στην λογοτεχνία γιατί στη φιλοσοφία το πράγμα έρχεται από πολύ μακριά. 
Ο Καμύ στο θεατρικό του έργο η  Παρεξήγηση αναλύει με απλά ,αλλά επαρκώς πειστικά θεατρικά επιχειρήματα τη θεωρία που πρώτοι επεξεργάστηκαν οι υπαρξιστές (Κίργκερκωρντ , Χάιντεγκερ , Σάρτρ ) για την εξορία του ανθρώπου μέσα στον άφιλο κόσμο . 
Τα τρία πρόσωπα του έργου βιώνοντας τον αφόρητο μοναχικό βίο , το φορτίο της υπάρξεως ,κληρώνουν τη μοίρα τους , το θάνατο ή τη μοναξιά χωρίς ούτε να κατανοούν το νόημα της υπάρξεως , ούτε να συμβιβάζονται με την αναγκαιότητα του θανάτου . Ελεύθερα ,εκλέγουν μία αναίτια ζωή μεταξύ του παραλογισμού της γεννήσεως και του σκανδάλου του θανάτου .

Ο Καμύ είναι ένας από τους προδομένους του καιρού του ,απογοητευμένος από τους ολοκληρωτισμούς , τους δογματισμούς και τις σωτηριακές ιδεολογίες . Ναυαγός ενός κόσμου που βουλιάζει ,αρνείται τις σχεδίες του βίου που του ρίχνει ο πολιτισμός . Μόνο σωσίβιο η ύπαρξη που κινείται προς την καταξίωσή της μέσα από το αγώνισμα . Αυτός ο απελπισμένος αγώνας για να κατορθωθεί ο θάνατος είναι η ελευθερία , ο λαχνός που κληρώνει πάντα το μηδέν.
Αυτή η νέα αγιότητα , που προτείνει , νέα γιατί είναι χωρίς Θεό , αλλά παλιά στην αδιαλλαξία της , αφού ξεκινάει από τον Ιερό Αυγουστίνο ,

  • Ο θεός σταυρώθηκε πιθανό ,επειδή είναι αδύνατο 
  • Ο θεός αναστήθηκε δυνατό , επειδή  είναι απίθανο 
έχει μία ακεραιότητα μοναδική ,γιατί αποκαλύπτει πόση δύναμη έχει η μοναξιά του όντος και πόση μοναξιά περιέχει το φαίνεσθαι της δύναμης . 
Στο θεατρικό του έργο ο Καλιγούλας αρνείται το άλλοθι του νόμου ,της ηθικής του έρωτα και αντλεί κύρος από την άρνησή τους . Ωθεί τα πράγματα ως την έσχατη συνέπειά τους , ως το όριο που καθετί οφείλει να αναμετρηθεί με τον θάνατο. Παίζοντας ο ίδιος με το θάνατο ,έχοντας αποδεχτεί τον παραλογισμό του θανάτου ,εκθέτει την ανθρωπότητα ανεπανόρθωτα στο δίλημμα του Καραμαζώφ . Διαλέγει τη βία , όπως ο Ναζωραίος διάλεξε την αγάπη και ο Βούδας την απάθεια . Το απόλυτο λειτουργεί ως καταλύτης και αποδεσμεύει το παράλογο. Θύτης και Θύμα ταυτίζονται πέραν του καλού και του κακού .
Είναι αυτά μια νέα ποιητική ;
Ένα νέο καταφύγιο ;
Μια νέα αυταπάτη ;
Ο Καμύ νιώθει σαν εφευρέτης ,σαν πυρηνικός φυσικός . Ανακάλυψε μια δύναμη και το φορέα μιας αρρώστιας . Όταν ο Καλιγούλας δολοφονείται κραυγάζει :
Κι όμως είμαι ακόμη ζωντανός ...
που σημαίνει ο σπόρος μου υπάρχει έξω από μένα , πρίν από μένα .
Η ύπαρξη συνεχίζεται και πάσχει από την ανίατη ασθένεια της ελευθερίας .Όταν η ασθένεια γίνει πάνδημη , θα έχει καταργηθεί ο θάνατος , θα έχει γίνει το παράλογο λόγος και μέσα από το μηδέν θα αναδυθεί το είναι , όπως η πόρνη σώθηκε επειδή πολύ αγάπησε .

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2012

ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ - ΑΠ' ΟΛΑ ΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΔΥΝΑΤΟ - Η ΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ




Το ΔΗΠΕΘΕ ΒΟΛΟΥ, παρουσίασε  στο κοινό της Επιδαύρου,  την τραγωδία του Σοφοκλή ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ, σε σκηνοθεσία Τσέζαρις Γκραουζίνις, με τους Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη και Αιμίλιο Χειλάκη στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.    
Την Θήβα ταλαιπωρεί ένας φοβερός λοιμός. Ο χρησμός ορίζει ότι η πόλη θα σωθεί μόνο αν τιμωρηθεί ο δολοφόνος του προηγούμενου βασιλιά Λάιου. Ο  Οιδίπους, που βασιλεύει τώρα, ζητά να βρεθεί εκείνος που σκότωσε το Λάιο. Ο μάντης Τειρεσίας κατηγορεί τον Οιδίποδα ότι εκείνος είναι το μίασμα της πόλης. Ο Οιδίπους εξαγριώνεται υποψιάζεται συνωμοσία εναντίον του. Στην πορεία αναζήτησης του δολοφόνου αποκαλύπτεται σταδιακά η αλήθεια, ο ήρωας ανακαλύπτει ποιος πραγματικά είναι. Γιος και φονιάς του βασιλιά Λάιου αλλά και σύζυγος της μητέρας του Ιοκάστης. Ύστερα από την αποκάλυψη της τραγικής και αναπόφευκτης μοίρας η Ιοκάστη απαγχονίζεται. Ο Οιδίπους αυτοτυφλώνεται.  Στα τελευταία λόγια του χορού ο Σοφοκλής γράφει: «…Για ότι πεθαίνει περίμενε τη στερνή του μέρα, προτού το μακαρίσεις…» 
Αυτή η ιστορία αποκαλύπτει πόσο εφήμερη είναι η ανθρώπινη ευημερία και η δόξα. Πόσο εύθραυστη είναι η ελπίδα μας για την αιώνια και σταθερή αίσθηση της ασφάλειας και της ειρήνης. Η πρόθεση όμως του Τσέζαρις Γκραουζίνις στο ανέβασμα της παράστασης αυτής, δεν είναι η διδακτική διακήρυξη της ανάγκης να υπακούσει κανείς το πεπρωμένο του. Ειδικά τώρα, ειδικά εδώ, τον ελκύει η ευκαιρία να μιλήσει για το αναφαίρετο δικαίωμα και την ευκαιρία να παραμείνει ο άνθρωπος περήφανος ακόμα και στην πιο καταστροφική κατάσταση και να αποδεχθεί την όποια κατάρα με αξιοπρέπεια. Με άλλα λόγια, να αποδοθεί τιμή σε έναν άνθρωπο, που υποκλίνεται στην τρομερή του μοίρα, χωρίς να ταπεινώνεται.
=======
Τι θέλει να πει ο ποιητής ; Και στην συγκεκριμένη περίπτωση ο κύριος Σοφοκλής ; Ο οποίος , ειρήσθω εν παρόδω , δεν είναι ιστορικός ,παρά ένας απλός ποιητής , που θέλει να περάσει ένα μήνυμα στο κοινό του , να συγκινήσει το κοινό του και να πάρει το βραβείο . Τα ιστορικά στοιχεία δεν δίδουν το τέλος που θέλει ο ποιητής στον Οιδίποδα . Στην Ιλιάδα (Ψ' 679-680) αναφέρεται ότι ο Οιδίποδας πεθαίνει σε κάποια μάχη στη Θήβα,όπου φαίνεται να είχε παραμείνει βασιλιάς μετά τον θάνατο της γυναίκας του,πράγμα που επιβεβαιώνεται και από την μαρτυρία της Οδύσσειας (Λ' 271-280)  . Ο Οδυσσέας μνημονεύει την Ιοκάστη (Επικάστη στο κείμενο) ανάμεσα στις γυναίκες που είδε στον Άδη και θυμίζει ότι ,μετά την αυτοκτονία της Ιοκάστης (αποτέλεσμα της αποκάλυψης του αιμομικτικού δεσμού της με τον γιο της) , ο Οιδίποδας συνέχισε να κατέχει το θρόνο της Θήβας επιβαρυμένος με όλες τις λύπες και τις συμφορές που μία τέτοια μοίρα μπορεί να φέρει. Το Ομηρικό κείμενο δεν διευκρινίζει την γέννηση των παιδιών (Αντιγόνη,Πολυνείκη,Ετεοκλή) από αυτόν τον γάμο ,ούτε υπαινίσσεται την τύφλωση του Οιδίποδα που μας είναι γνωστή από την τραγωδία . Όμως στην Οδύσσεια υποβάλλεται έμμεσα το θέμα της οικογενειακής κατάρας των Λαβδακιδών .
=======
Ο Οιδίποδας Τύραννος δεν είναι αστυνομικό μυθιστόρημα , κανείς θεατής δεν ενδιαφέρεται να βρει τον δολοφόνο , αφού όλοι τον ξέρουν . Το μόνο που μένει είναι ο δολοφόνος να βρει τον εαυτό του . Έτσι δεν ενδιαφέρει  τόσο τον Σοφοκλή το θέμα της ατομικής ενοχής ,όσο το θέμα της ατομικής δράσης .Στο δράμα αυτό , ο ποιητής αφηγείται την ατομική, εναγώνια ,ταχύνοη και συγχρόνως βραδύνοη δράση του Οιδίποδα και η δράση αυτή αναδεικνύει ,ένα πρόσωπο με ικανότητες ,ηθικές και πνευματικές , μεγαλύτερες από την μοίρα του : η ευφυΐα του Οιδίποδα γίνεται δώρο αλλά και ύβρις , το μοναδικό ίσως μερίδιο ατομικής ευθύνης  που μπορεί να του αναλογεί. Ο χρόνος είναι το μόνο αίνιγμα που ο Οιδίποδας δεν μπορεί να λύσει , αφού όλα έχουν ήδη συμβεί. Αν κάποιος στο τέλος του έργου μπορούσε να γελάσει με τα πάθη του Οιδίποδα ,αυτός θα ήταν μόνο η Σφίγγα . Η Σφίγγα λοιπόν δικαιώνεται ότι οι πραγματικές κατραπακιές στον άνθρωπο δεν πέφτουν όταν συμβαίνει ξαφνικά κάτι απρόβλεπτο , αλλά όταν συμβαίνει κάτι προβλέψιμο. Το ερώτημα που έθεσε τελετουργικά η Σφίγγα , το πρόβλημα του ανθρώπινου χρόνου , έμελλε να αποδειχτεί θεμελιώδες για την εκτύλιξη του οιδιπόδειου δράματος , ειδικά όταν το αίνιγμα επανέκαμψε με την μορφή του λοιμού. Η Σφίγγα άρθρωσε το πλέον επίμαχο όσο και κοινότοπο πρόβλημα του ενσώματου ανθρώπινου χρόνου : Ποιό είναι αυτό το ζώο που το πρωί περπατά με τέσσερα πόδια , το μεσημέρι με δύο και το βράδυ με τρία ; Η ερώτηση της Σφίγγας είναι ήδη μία απόκριση . Υποβάλλοντας στη γλώσσα το ερώτημα του ανθρώπινου , η Σφίγγα είναι ένα όν που μιλάει , το τέρας είναι ο άνθρωπος . Ο Οιδίπους από την άλλη , μεταβαίνοντας από την απάντηση Ο Άνθρωπος  στην απάντηση Εγώ οικειοποιείται την ανοίκεια ετερότητα της Σφίγγας και αναγγέλλει : Αυτός ο ξένος είμαι εγώ. Το ερώτημα της Σφίγγας ,αν και απαντημένο ,παραμένει ανοικτό, θέτοντας εκ νέου το ανησυχητικό ερώτημα του ξένου , αυτού που παραμένει έξω από την αναγνωρισμένη εμβέλεια της περιβόητης απάντησης του Οιδίποδα '' Άνθρωπος '' 
=======
Θα εργαστείς με τον ιδρώτα του προσώπου σου , μας λέει η βίβλος . Το πέρασμα από την αρχική ευτυχία στην τιμωρία μέσα  από την παραβίαση των απαγορεύσεων , δείχνει πολλές και σημαντικές ομοιότητες ανάμεσα στους μύθους του Οιδίποδα και της Γένεσης (Αδάμ και Εύα) : την αναζήτηση της γνώσης , την καίρια παρέμβαση των γυναικών , και  την παρουσία χθονίων αινιγματικών δυνάμεων . Το γεγονός ότι η Εύα είναι εκ γενετής ομοούσια του Αδάμ , όπως και ο Οιδίποδας είναι ομοούσιος της Ιοκάστης μέσω της ένωσής τους , τον συμβολικό φόνο του πατρός ( Θεού , στην Γένεση ) .
=======
Η Σοφόκλεια θεολογία , όπου οι  Θεοί σιωπούν και οι προφητείες επαληθεύονται ... Η ζωή , που μόριά της είμαστε κι εμείς ,γεννιέται από ένα εκατομμύριο παιχνίδια στη ρουλέτα του μικρόκοσμου ... Ο μακρόκοσμος έχει προ πολλού γίνει μια εξω ανθρώπινη σιωπή ατέλειωτων χώρων ... Απ' όλα ένα είναι αδύνατο - η λογικότητα ...

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΚΑΙ ΚΩΜΩΔΙΑ

Τραγωδία = τράγων ωδή
(Τα πρώτα χορικά εψάλοντο από μεταμφιεσμένους εις τράγους ,ακολούθους του Πανός και του Διονύσου )



Δράμα= εκ του δράω -ω 
(όχι απλή απαγγελία αλλά συνάμα δράσις ) 

Διθύραμβος = δίς και θύρα 
( Ο Διόνυσος ήλθε στον κόσμο διαβαίνοντας ,περνώντας από δύο θύρες .Την κοιλίαν της μητρός του Σεμέλης και κατόπιν τον μηρόν του πατρός του Διός) 

---------------------------------

Αργότερον δράμα και τραγωδία σημαίνουν το αυτό 
Γενικώς η επικρατούσα αντίληψις είναι ότι η δραματική ποίησις προήλθε εκ της Διονυσιακής λατρείας .Τα πρώτα σπέρματα της τραγωδίας εμφανίζονται εις την Δωρικήν Πελοπόννησον και ακολούθως η τραγωδία τελειοποιείται εις την Αθήναν.
Κατά τον Συκουτρή ,καθοριστικόν ρόλο εις την δημιουργίαν της τραγωδίας ,έπαιξε ο διθύραμβος ,πρωτόγονον άσμα προς τιμήν του Διονύσου. 
Ο πρώτος ο οποίος ανύψωσε τον Διθύραμβον εις καλλιτεχνικόν δημιούργημα υπήρξεν ο Κορίνθιος κιθαρωδός Αρίων . Τον ετραγούδησε ειδικώς εξησκημένη χορωδία με συνοδεία οργάνων ,συνήθως πνευστών και με ορισμένα χορευτικά σχήματα .Περιελάμβανε δηλαδή στίχους ,μελωδίαν και όρχησιν . 
Απ΄ αυτόν ανεπτύχθει κατόπιν εις Αθήνας έν εξελιγμένον είδος ποιητικού λόγου , η τραγωδία ,όπου χωρίς να εξαφανισθεί πλήρως η μουσική και η όρχησις , εκυριάρχησε ο λόγος και ο μύθος. 
Ο πρώτος ο οποίος διεμόρφωσε τον διθύραμβον εις τεχνικόν δράμα , γι΄αυτό και θεωρείται ο θεμελιωτής της αρχαίας τραγωδίας ,υπήρξεν ο Θέσπις ο Αττικός
Εισήγαγε τον πρώτον υποκριτήν τον οποίον υπεδύετο ο ίδιος ,είτε ιδιαίτερον πρόσωπον ,ανεξάρτητον του χορού. Ο πρώτος αυτός υποκριτής (αποκριτής) υπεδύετο τον Διόνυσον και απαντούσε στις ερωτήσεις του χορού . Ετσι εγεννήθει το δράμα . 

Αμεσοι διάδοχοί του 
Ο Χοιρίλος , μαθητής του ,επινοητής των προσωπείων και των λαμπρών θεατρικών ενδυμασιών 
Ο Πρατίνας . Εισήγαγε το σατυρικόν δράμα
Ο Φρύνιχος μαθητής του. Εισήγαγε στην σκηνή τα γυναικεία πρόσωπα και τις πολιτικές υποθέσεις απο την Ιστορία. 

Αισχύλος . Μεγαλοπρεπής και ηρωικός . Προσέθεσε δεύτερον υποκριτήν ,έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο στον διάλογο και επέφερε καινοτομίες στην σκηνογραφία και χορογραφία. Δεν ομιλεί περί έρωτος ,αλλά μόνον περί θεών και ηρώων. Παρουσιάζει τον άνθρωπον ως υπερ άνθρωπον .  Οι ήρωες του ‘’ οίοι ηδύναντο είναι ‘’

Σοφοκλής . Προσέθεσε τρίτον υποκριτήν ,εγκαινίασε τον μονόλογον και αύξησε τα μέλη του χορού από 12εις 15 . Εισήγαγε μελοποιία στις σκηνικές μονωδίες . 
Περιγράφει του ήρωές του ‘’οίους δεί ποιείν ‘’ ,όπως έπρεπε να είναι ‘’ οίοι έδει είναι ‘’ 

Ευριπίδης Ο πλέον δραματικός των άλλων. Εισήγαγε εις τα δράματά του την ομιλουμένην γλώσσαν της εποχής . Επινόησε τον πρόλογον και την λύσιν του από μηχανής θεού. Περιόρισε ακόμη περισσότερο τον ρόλο του χορού. Οι ήρωές του ‘’οίοι εισίν ‘’ , όπως είναι στην πραγματικότητα.
Η αρχαία τραγωδία δεν είχε μόνον ψυχαγωγικόν σκοπόν. 
’’τέρψιν θεατών ’’ ,αλλά κυρίως απέβλεπε στο να διδάξει και να ηθικο ποιήσει . 
Ουδείς λαός είχε ποτέ κάτι παρόμοιον με το ελληνικόν θέατρον .
Οι λέξεις ΘΕΑΤΡΟΝ και θεατρική ΣΚΗΝΗ παγκοσμίως ,προσδιορίζονται ελληνικά. 

Ορισμός του Αριστοτέλους δια την ΤΡΑΓΩΔΙΑΝ
Εστι μεν ούν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας ,μέγεθος εχούσης ,ηδυσμένω λόγω χωρίς εκάστω των μερών εν τοις μορίοις δρώντων και ου δι΄ απαγγελίας , δι΄ ελέου και φόβου περαίνουσα την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν. 

----------------------------------

Κωμωδία = κώμος + ωδή 

Κώμος . Λαϊκή Διονυσιακή λιτανεία . Τραγουδούσαν ,χόρευαν , αστεϊζόταν ,προς τιμήν του Διονύσου ,πεζή και ‘’ εξ αμάξης ‘’ 
Οι Μεγαρείς οι οποίοι διεκδικούν ατυχώς την πατρότητα της Κωμωδίας την ετυμολογούν εκ του 
Κώμη + ωδή = άσμα χωρικών



Η αρχαία Κωμωδία εγκαταλείπει την υπόθεσιν των μύθων. Εν αντιθέσει προς τις τραγωδίες εισέρχεται ορμητικά στον πραγματικό κόσμο. Διακωμωδεί πρόσωπα ονομαστικά επινοημάτων ‘’ εις διόρθωσιν ήθους προτρεπτικών’’ 

Το δικαίωμα κρίσεως του έργου από τους θεατές ελέγετο ‘’ θεατροκρατία’’ .


Επι επιδοκιμασίας εφώναζαν ‘’ αύθις ‘’. Επί αποδοκιμασίας εσύριττον. 

Σχεδόν όλο το βάρος του έργου περνάει στον χορό. Ο χορός της κωμωδίας αποτελείται απο 24χορευτάς ,οι οποίοι ετοποθετούντο σε σχήμα τετραγώνου ,κατά 4στίχους.

Το σπουδαιότερον μέρος του χορού ,προς το μέσον του έργου,ονομάζεται παράβασις .


Είναι ένα είδος ιντερμέδιου . Ο ποιητής διακόπτει την υπόθεσι και απευθύνεται στο κοινό του. Εκφράζει τα παράπονά του , τις προσδοκίες του και γενικά υπερασπίζεται τον εαυτό του από τυχόν επιθέσεις. 

Το τελευταίο μέρος της παραβάσεως ονομάζεται Πνίγος διότι είχε τόσο γοργή απαγγελία ώστε οι απαγγέλλοντες δεν έπαιρναν αναπνοή. 
Από τα κύρια χαρακτηριστικά της Κωμωδίας , είναι η προσωποποίησις ζώων . Ειδική όρχησις αυτού του είδους του δράματος είναι ο κόρδαξ, με κινήσεις τολμηρές. Εθεωρείτο απρεπές να χορεύεται εκτός σκηνής.

Ορισμός κωμωδίας . 
‘’Κωμωδία εστί μίμησις πράξεως γελοίας και αμοίρου μεγέθους τελείου,χωρίς εκάστω των μορίων εν τοις είδεσι ,δρώντος και ου δι ΄απαγγελίας , δι΄ ηδονής και γέλωτος περαίνουσαν την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν. Εχει δε μητέρα τον γέλωτα. Γίνεται δε ο γέλως απο της λέξεως και από των πραγμάτων ... ‘’

Αριστοφάνης. Κατέστη φαλακρός από πολύ νέος. Ητο ντροπαλός και φοβισμένος και στην αρχή κρυβόταν πίσω απο τους άλλους. Αρχισε να γράφει εις ηλικίαν 17ετών.


---------------------------

ΚΑΡΟΛΟΣ ΚΟΥΝ
Το μήνυμα των τραγωδιών είναι περισσότερο παγκόσμιο ,πανανθρώπινο.

Ενώ οι κωμωδίες έχουν δικά τους ,τοπικά ,εθνικά στοιχεία. 

Οι αθυροστομίες του Αριστοφάνη εδώ, κάτω από τον γαλάζιο ουρανό, σε μίαν ατμόσφαιρα όπου όλα είναι διάφανα ,αντηχούν αγνά ,καθαρά ,χωρίς βαθύ σεξουαλισμό των λέξεων.


Οι κινήσεις του γκροτέσκου , το πιάσιμο δύο ανθρώπων , η ανοικτή παλάμη των Ελλήνων ,είναι διαφορετικό για εμάς τους Ελληνες. Εχουν πολύ αισθησιασμό ,αλλά είναι και αγνές πηγαίες. 

Η γή μας ,η θάλασσά μας ,ο ουρανός μας, οι πέτρες μας μένουν αναλλοίωτες στους αιώνες .


Είναι όμως στοιχεία που επηρεάζουν βαθιά την ελληνική ψυχή ,το ελληνικό τραγούδι ,το αίσθημα, τη μουσική, το χορό. Δεν κάνουμε ,παρά ερμηνεία ελληνική ,δεμένη με τις ρίζες μας ,ερμηνεία που μιλάει στην ψυχή μας. Σήμερα  ο ρυθμός ο αντιπροσωπευκτικός είναι το χασάπικο. 

Ο Αριστοφάνης ,ο κωμωδοποιός ,είναι η άλλη όψη του τραγωδού. Μιλάει για τα ανθρώπινα ,μονάχα που μεταχειρίζεται άλλη γλώσσα. Αλλά στο βάθος η ‘’Λυσιστράτη’’ με την επικρεμάμενη αγωνία ότι ο Πελοποννησιακός πόλεμος οδηγεί στην καταστροφή της Αθήνας και της Ελλάδας ,είναι έργο τραγικό. 
Γι αυτό ,στηρίχθηκα στο εύρημα των χλαμύδων που κρατούν με δύο χέρια οι άνδρες εμπρός.

Δίνουν το ίδιο αίσθημα σε μάς, με το ότι οι φαλλοί στους παλαιούς.
Μας κάνει να γελούμε ,αλλά δεν μας προκαλεί ,δεν είναι ούτε χυδαίο ,ούτε σεξουαλικό.
Οι τραγωδοί και οι κωμωδοί έχουν τον ίδιο στόχο : το νόημα της ανθρωπότητας ,της μοίρας μας .
Και αυτό το νόημα είναι τραγικό.
Ο Αριστοφάνης σ΄ όλες του τις κωμωδίες γελοιοποιεί και θεούς και ιερείς και εξουσία.
Στους ’’ Αχαρνής’’ τοποθετεί τον ποιητή ,και μόνο τον ποιητή, σαν άξιο σύμβολο του λαού.
Οι θεοί είναι ανήθικοι , οι αφέντες και οι άρχοντες καταπιεστικοί και τυραννικοί.
Οι πόλεμοι και οι κατακτήσεις ,οι ιμπεριαλιστές βλέψεις, όπλο των ισχυρών.

Στις ’’Ορνιθες’’ στην καινούργια πόλη που δημιουργείται στον αιθέρα , τη Νεφελοκοκυγία , καταφθάνουν από την Αθήνα πρώτοι οι αντιπρόσωποι του ιμπεριαλισμού μ΄ επικεφαλής τον πολεοδόμο, τον πρεσβευτή και τον νομοθέτη. Αν αυτό δεν είναι ζωντανό σύγχρονο θέατρο ,με σύγχρονες αναλογίες σ΄ όλα τα θέματα που απασχολούν τον άνθρωπο, δεν θα υπήρχε λόγος αναπαράστασής του. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στον Αισχύλο και στον Αριστοφάνη γιατί υπάρχει διάχυτα η αίσθηση πως είναι συγγραφείς συντηρητικοί και αντιπροοδευτικοί ,αλλά για μένα αν αυτό δεν είναι επαναστατικό θέατρο ,με στέρεα μηνύματα για τον κόσμο που ζούμε σήμερα, δεν ξέρω τι είναι . Τώρα μορφικά το αρχαίο θέατρο ξεκίνησε από ένα είδος θρησκευτικής τελετής ή θρησκευτικού πανηγυριού . Ο εργαστηριακός τρόπος της ερμηνείας του Αρχαίου Δράματος , ξεκινά από την βασική αρχή πως το αρχαίο δράμα πηγάζει από τελετές ,γιορτές και πανηγύρια και γενικά η όλη αισθησιακή Διονυσιακή μαγεία που εκπέμπει και πρέπει να συνεπαίρνει το θεατή ,είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την τελετουργική μορφή του θεάτρου κι ούτε είναι δυνατό ν΄ απομακρυνθούμε από τη μορφή αυτή. 

Στο αρχαίο δράμα μπορούμε να διαπιστώσουμε ένα συγκερασμό του πολιτικού και υπαρξιακού θεάτρου. 
Στον Αισχύλο ,έχουμε στόχο στους ‘’Πέρσες’’ την κατακτητική βία ,που δεν περιορίζεται μόνο στην καταστροφή των Περσών ,αλλά επεκτείνεται σε κάθε χώρα ,ακόμα και στην Αθήνα, προειδοποιώντας πως οι Ελληνες ‘’δεν είναι δούλοι ανθρώπου ,δεν έχουν αφέντη ‘’ προειδοποίηση για κάθε δυναστευτική και κατακτητική τυχόν τάση τους. 
Στον ‘’ Προμηθέα Δεσμώτη’’ πέφτει θύμα της συμπαράστασης του προς τον άνθρωπο. 
Θύτες του οι θεοί. Θέμα υπαρξιακό και πολιτικό μαζί.




Ο Αισχύλος ηναγκάσθει να εγκαταλείψη τας Αθήνας απογοητευμένος δια την προσωπικήν του παραγνώρισιν,δια την εξέλιξιν των πολιτικών πραγμάτων. Και όμως η τελευταία τραγωδία του πλημμυρίζει από ευλογίας και ύμνους εις το αγιασμένο έδαφος των Αθηνών ....

(Ι. Συκουτρής)

Στον ‘’ Οιδίποδα Τύραννο’’ ο Σοφοκλής , αδιάφορο τι επικρατεί στον άνισο κι άδικο αγώνα του ανθρώπου με τη μοίρα του ,κρυφανοίγει διάλογο με τους θεατές του ,αμφισβητώντας την αλήθεια των χρησμών και τη λατρεία των θεών.
Στην ’’Αντιγόνη’’ συγκρούεται αυτό που είναι σωστό για τον άνθρωπο κι αυτό που είναι σωστό για την πόλη.

Ο Σοφοκλής ,ο αγαπημένος του Αθηναϊκού λαού ,ο χαϊδεμένος της τύχης ,ο οποίος εις το κατώφλι του θανάτου ,έτοιμος να επανέλθει πλήρης ημερών εις την αγκάλην της μητέρας γης , παρεμβάλει εις τον ‘’Οιδίποδα επί Κολωνώ’’ περίφημον χορικόν , ύμνον αινέσεως πρός την Αττικήν γην , ασίγητον που ανεβαίνει θαρρείς ,από τον τάφον του ποιητού .
(Ι. Συκουτρής)

Στις ’’ Τρωαδίτισσες’’ του Ευριπίδη πάλι ,προβάλλει η αγριότητα κι η βαρβαρότητα του κατακτητή ,η καταστροφή μιας πόλης και το ξερίζωμα των γυναικών ,σκλάβες τώρα και για πάντα δούλες ,ενώ στις ’’Βάκχες’’ ένα χρονικά ξεπερασμένο κι ανώφελο κατεστημένο γκρεμίζεται κάτω από την άγρια σκληρότητα κι εκδικητική μανία ενός νέου απόστολου-θεού.


Ο Ευριπίδης υπήρξεν ο παραγνωρισμένος ,ο κατατρεγμένος από την κοινήν γνώμην , ο συκοφαντημένος από τους κωμικούς ,ώς που κουρασμένος πλέον από τον κατατρεγμόν ,εζήτησεν εις την Μακεδονίαν , άσυλον και ανάπαυσιν οριστικήν , ένα είδος πνευματικής αυτοκτονίας . Και όμως ολόκληρα δράματα έγραψε που δεν είναι παρά εγκώμια των Αθηνών , ‘’Ικέτιδας’’ ,’’Ηρακλείδας΄΄ 

(Ι. Συκουτρής)

Ο Αριστοφάνης ,εκτός τις τρείς μεγάλες αντιπολεμικές κωμωδίες του (Λυσιστράτη -Ειρήνη - Αχαρνείς) ,όπου έντονα καυχιέται πως μόνο ο ίδιος ο ποιητής μπορεί να οδηγήσει τους Αθηναίους σ΄ αυτό που είναι σωστό και δίκαιο ,σατιρίζει στις ‘’Ορνιθες’’ όλα τα κακά του ανθρώπινου νου και της κατασκευασμένης κοινωνίας και προβλέπει και γελοιογραφεί κάθε επεκτατική ιμπεριαλιστική τάση.

Η αθυρόγλωσσος σάτιρα του Αριστοφάνους ,του αιωνίως δυσαρεστημένου ,του αιωνίως αντιπολιτευομένου, μεταπίπτει εις αυτοχρήμα ελεγειακήν τρυφερότητα εις τα χορικά ,οσάκις πρόκειται να ομιλήσει δια την γήν αυτήν . (Ι. Συκουτρής)


------------------------------------

Απο τον Κορνήλιο Καστοριάδη

Πως ακριβώς λειτουργεί η τραγωδία ; 

Κατ΄ αρχήν υπάρχει το ζεύγος χάος και κόσμος και η σχέση της ύβρεως με το χάος του κόσμου : κατά μία έννοια ,το χάος και η ύβρις , η παραβίαση των ορίων ,ενυπάρχουν στο ίδιο το ανθρώπινο όν. Συχνά οι διάφοροι ερμηνευτές επιχείρησαν να διαβάσουν την ‘’Αντιγόνη’’ σαν λίβελλο εναντίον του ανθρώπινου νόμου υπέρ των θείου ή εν πάση περιπτώσει , σαν απεικόνιση της διαμάχης τους. 
Αν όμως έσφαλε μόνον ο Κρέων , δεν θα είχαμε πλέον τραγωδία , αλλά θα βρισκόμασταν σε έναν κόσμο θετικών και αρνητικών ηρώων , δηλαδή καλών και κακών πρωταγωνιστών , δηλαδή όπως γίνεται στην σημερινή πραγματικότητα και ανοησία.

Αν o Κρέων ήταν απλώς ένα τέρας η ‘’Αντιγόνη’’ δεν θα ήταν τραγωδία ,αλλά ένα έργο τρόμου και φρίκης.
Τα πρόσωπα της τραγωδίας είναι πολυδιάστατα ,δεν μπορούμε να τα υποβιβάσουμε σε φορείς αφηρημένων αρχών. Διαφορετικά δεν θα μιλούσαμε για τραγωδία ,αλλά για σοσιαλιστικό ρεαλισμό ή έργο-διακήρυξη.

Ο αρχαίος κόσμος έδιδε δεσπόζουσα θέση εις το αντικείμενο δηλαδή το έργον το ίδιο και όχι στον ποιητή δηλαδή στο υποκείμενο του έργου o οποίος εξέφραζε καθολικές και πανανθρώπινες αλήθειες και όχι προσωπικές απόψεις.

Αλλωστε σε αντίθεση με σήμερα ,ο αρχαίος κόσμος δεν ενδιαφέρετο για την βιογραφία των ποιητών και των καλλιτεχνών ως βοήθημα δια την ερμηνεία του έργου.
Στην ως άνω απαξίωση του Πλάτωνα των συμμετεχόντων ,δηλαδή του ποιητή και του καλλιτέχνη , στην δημιουργία του έργου , ο Αριστοτέλης επαναφέρει την τάξη και την λογική ...
(Κατά τον Πλάτωνα μόνο το έργο έχει αξία , που έρχεται από τον κόσμο των ιδεών )
Τα αισθητά όντα (άνθρωπος) , δεν είναι μιμήματα των έξω αυτών ευρισκομένων ιδεών , περιέχουν την ουσίαν των εντός αυτών , ο δε καλλιτέχνης μιμούμενος τα αισθητά δεν είναι τρίτος απ΄ αληθείας πλέον.

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

ΑΝΤΙΓΟΝΗ - Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ





Η Αντιγόνη γνωστοποιεί στην αδελφή της Ισμήνη ότι ο νέος βασιλιάς της Θήβας , ο Κρέοντας , πρόκειται να εκδώσει διαταγή με την οποία θα απαγορεύει την ταφή του αδελφού τους Πολυνείκη , γιατί τον θεωρεί προδότη της πατρίδας του, ενώ αντίθετα θα αποδώσει όλες τις απαραίτητες νεκρικές τιμές στον Ετεοκλή, τον άλλο της αδερφό ως υπερασπιστή της Θήβας . Ζητεί τη βοήθειά της να τον θάψει ,αλλά εκείνη αρνείται .
Έτσι, η Αντιγόνη αποφασίζει μόνη της να εκτελέσει το χρέος της προς τον αδερφό της. Αφού συλλαμβάνεται επ’ αυτοφώρω από το φύλακα που φύλαγε το νεκρό σώμα του Πολυνείκη, οδηγείται στον Κρέοντα, που την καταδικάζει να περάσει την υπόλοιπη ζωή της σε υπόγεια σπηλιά.
Μάταια ο γιος του προσπαθεί να τον μεταπείσει . Ακόμη κι όταν ο μάντης Τειρεσίας τον προειδοποιεί ότι η απόφασή του αυτή θα οδηγήσει στην καταστροφή τον ίδιο και την πόλη , εκείνος τον διώχνει βρίζοντας τον και αποκαλώντας τον αγύρτη. Αίφνης όμως, αντιλαμβάνεται το λάθος του και τρέχει να απελευθερώσει την Αντιγόνη ,για να προλάβει το μίασμα της πόλης.
Είναι ωστόσο, ήδη αργά : η Αντιγόνη έχει κρεμαστεί μέσα στη σπηλιά και στα πόδια της κείτεται νεκρός και ο γιος του ο Αίμονας ,που ήταν ερωτευμένος μαζί της κι επρόκειτο να τη νυμφευθεί. Ο Κρέοντας παίρνοντας το γιο του στην αγκαλιά του επιστρέφει στην πόλη μοιρολογώντας τον .
Εκεί πληροφορείται πως και η γυναίκα του η Ευριδίκη , έχοντας μάθει το χαμό του γιου της έχει αυτοκτονήσει μέσα στο παλάτι.
Η τραγωδία τελειώνει με τον Κρέοντα μόνο του να θρηνεί τους νεκρούς του και την τραγική μοίρα του ζητώντας από το θάνατο να τον λυτρώσει.

**************************************

Η Αντιγόνη” του Σοφοκλή, όπως προσελήφθη μέχρι πρόσφατα, δεν αφήνει σχεδόν καμιά ευκαιρία στον Κρέοντα να καταστήσει ακουστή τη λογική του:
Λογική πολιτική, που θέτει τη νομικο-πολιτική πραγματικότητα της πόλης υπεράνω θείων απαιτήσεων και ανθρώπινων συναισθημάτων, με βάση την εύλογη προτεραιότητα της raison d’ etat, με την ιδιαίτερη ενισχυτική συνθήκη της εκτάκτου ανάγκης
(“Η πατρίς εν κινδύνω”).

Ωστόσο, ο Αισχύλος, στους “Επτά επί Θήβας”, δείχνει το σώμα των πολιτών
(τον Χορό) να διχάζεται: Οι μισοί συνοδεύουν την Αντιγόνη, οι άλλοι μισοί συντάσσονται με τον Κρέοντα. Και ο Ευριπίδης, στις “Ικέτιδες”, τοποθετεί τη διαλεκτική αντικειμένων λόγων μεταξύ Θησέα και κήρυκα-εκπροσώπου του Κρέοντα σε βάση πολιτική (θα επανέλθουμε). Ακόμη και ο Σοφοκλής δίνει στον Κρέοντα συγκροτημένο λόγο – πολιτικό και ανθρώπινο. Του παρέχει ακόμη ευήκοα ώτα και συνηγορούντες νόες – τη ρητά διατυπούμενη πάγια αντίθεση του Χορού στην απείθεια έναντι των νόμων και των αρχών της πόλης.
Και, το σπουδαιότερο, τον εξοπλίζει με τραγικό ανάστημα, τον εξυψώνει στην ιδιότητα του τραγικού ήρωα – σε σημείο που προκάλεσε ζωηρή φιλολογική συζήτηση για το αν ο πραγματικός τίτλος της τραγωδίας δεν ήταν “Αντιγόνη”, αλλά “Κρέων”.

Κανείς από τους δύο δεν μπορεί να υποχωρήσει χωρίς να διαψεύσει την ουσία της ύπαρξής του. Και ο Κρέων και η Αντιγόνη είναι αυτο-νομιστές ,άνθρωποι που έχουν αναλάβει οι ίδιοι την τήρηση του νόμου. Στην δεδομένη περίσταση δεν είναι δυνατός ο συμβιβασμός μεταξύ του δικαίου που εκφέρει ο ένας και του δικαίου που εκφέρει ο άλλος . Αυτό που είναι συγκλονιστικό σε αυτούς τους εκτοξεύει προς τα εμπρός.
Πέφτουν στην άβυσσο σαν τους Τιτάνες ...
Η ισορροπία δεν εγκαθιδρύεται ,όπως θα το ήθελε ο Χέγκελ ,ανάμεσα σε ισόπαλα δίκαια . Η Αντιγόνη είναι ένοχη. Το διάταγμα του Κρέοντα αποτελεί πολιτική τιμωρία. Κατά την Αντιγόνη , είναι οντολογικό έγκλημα.
Ο Θάνατος του Πολυνείκη είναι ακριβώς η επάνοδος της πράξης στο Είναι.
Ο ανθρώπινος νόμος είναι ο νόμος της ημέρας ,όπως αυτή, είναι γνωστός δημόσιος ,ορατός ,καθολικός. Δεν ρυθμίζει τα οικογενειακά αλλά τα της πόλεως ,τα της κυβερνήσεως , τα του πολέμου.
Αυτός δε ο νόμος είναι φτιαγμένος από τον άνδρα.
Ο ανθρώπινος νόμος είναι ο νόμος του άνδρα.
Ο Θεϊκός νόμος είναι ο νόμος της γυναίκας .
Κρύβεται, δεν προσφέρεται σ΄ αυτή την ανοιχτότητα της εμφάνισης που παράγει τον άνδρα. Είναι νυχτερινός ...

Η τυφλή μοίρα είναι κάτι που δεν ικανοποιεί .
Η μοίρα των ατόμων παρουσιάζεται ως κάτι ακατανόητο , αλλά η ανάγκη δεν είναι τυφλή δικαιοσύνη.
Απεναντίας ,εδώ γίνεται αντιληπτό ότι αυτή είναι η αληθής δικαιοσύνη.
Ο Κρέων δεν είναι τύραννος ,αλλά στην πραγματικότητα μία ηθική δύναμη .
Ο Κρέων δεν έχει άδικο .
Υποστηρίζει ότι ο νόμος του κράτους , η εξουσία της κυβέρνησης ,πρέπει να γίνουν σεβαστά και ότι η παραβίαση του νόμου πρέπει να ακολουθείται από τιμωρία.
Εδώ και οι δύο έχουν την εγκυρότητά τους ,αλλά πρόκειται για εξισωμένη εγκυρότητα . Η δικαιοσύνη υπάρχει μόνο για να αντιταχθεί στην μονομέρεια.

Η Αντιγόνη με την ματιά του Κορνήλιου Καστοριάδη...
Συχνά οι διάφοροι ερμηνευτές επιχείρησαν να διαβάσουν την Αντιγόνη σαν λίβελλο εναντίον του ανθρώπινου νόμου υπέρ των θείου ή εν πάση περιπτώσει , σαν απεικόνιση της διαμάχης τους.
Αν όμως έσφαλε μόνον ο Κρέων , δεν θα είχαμε πλέον τραγωδία , αλλά θα βρισκόμασταν σε έναν κόσμο θετικών και αρνητικών ηρώων , δηλαδή καλών και κακών πρωταγωνιστών , δηλαδή όπως γίνεται στην σημερινή πραγματικότητα και ανοησία.
Η ιδέα ότι η Αντιγόνη εκφράζει αποκλειστικά τον θείο νόμο διαψεύδεται .
Το σκεπτικό ....
Η Αντιγόνη εξηγεί πράγματι , στο τέλος του έργου ότι αν έκανε όλα αυτά , ήταν επειδή επρόκειτο για τον αδελφό της ,διότι, λέει, αν είχε πεθάνει ο σύζυγος της, θα μπορούσε να παντρευτεί κάποιον άλλον αν ήταν ένα από τα παιδιά της , θα μπορούσε να κάνει άλλα. Αλλά όταν η μητέρα και ο πατέρας έχουν πεθάνει , δεν είναι δυνατόν, να υπάρξει άλλος αδελφός.
Ο Πολυνείκης ήταν λοιπόν μοναδικός , αναντικατάστατος και του όφειλε τα πάντα. Αυτό το παράδοξο επιχείρημα μπορεί να φανεί σαν σοφιστεία ,εν πάση περιπτώσει όμως δεν έχει καμία σχέση με τον θείο νόμο.
Ο θείος νόμος δεν όρισε ποτέ ότι πρέπει να θάβουμε τους αναντικατάστατους αδελφούς και όχι τους αδελφούς που θα ήταν δυνατόν να αντικατασταθούν όταν η μητέρα είναι ακόμη σε ηλικία που μπορεί να τεκνοποιήσει ούτε ότι μπορούμε να παραλείψουμε την ταφή του συζύγου , επειδή μπορεί να βρεθεί αφθονία συζύγων , και ούτε καθεξής. Ορίζει απλώς ότι πρέπει να θάβουμε τους νεκρούς .Ομως η Αντιγόνη λέει εγώ όφειλα να θάψω τον αδελφό μου που ήταν αναντικατάστατος .Πίσω από αυτό το επιχείρημα κάτι άλλο βεβαίως διαγράφεται . Διότι τα πρόσωπα της τραγωδίας είναι προφανώς πολυδιάστατα , δεν μπορούμε να τα υποβιβάσουμε σε φορείς αφηρημένων αρχών.
Αλλιώς δεν θα μιλούσαμε για τραγωδία, αλλά για σοσιαλιστικό ρεαλισμό ή έργο διακήρυξη. Τι κρύβεται πίσω από αυτή την φράση της Αντιγόνης ;
Το πάθος της για τον αδελφό της βεβαίως . Αιμομικτικό ; Δεν γνωρίζουμε.
Από την άλλη ο Κρέων όταν λέει ότι δεν μπορεί να υπάρξει πόλη χωρίς σεβασμό των νόμων,δεν μιλά προφανώς ούτε σαν πολιτικός φιλόσοφος ούτε σαν καθηγητής δικαίου.Η θέση που προβάλλει είναι υπερκαθορισμένη από πολύ ξεκάθαρα μέσα στο έργο εμπαθή κίνητρα.Την επιθυμία εξουσίας που τον κυριαρχεί και τον ωθεί διαρκώς να υποπτεύεται ότι είναι αργυρώνητοι όσοι του αντιλέγουν.

Το κλειδί στην υπόθεση της διαμάχης το κρατά ο Αίμων .Ο οποίος λέει στον πατέρα του Κρέων. Ο νους ή η κρίση (φρένες) είναι το πιο σημαντικό πράγμα που μπορούν να δώσουν οι θεοί στους ανθρώπους .
Και τελικά το πολιτικό δίδαγμα του έργου είναι ότι κανένας ποτέ δεν έχει δίκιο μόνος του και πρέπει να ακούει την άποψη του άλλου.
Ακόμη κι αν έχει κάποιος δίκιο, αν ακούει μόνο το δίκιο του ,έχει τελικά άδικο.

Δευτέρα 8 Αυγούστου 2011

ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΑΙΝΟΜΕΝΟΣ


Ο Ηρακλής .Ο εκλεκτός γιός του θεού. Ο ισχυρότερος από τους ανθρώπους .
Ο σωτήρας . Ο ηρωικός. Ο αήττητος .
Ο Ηρακλής των 12 άθλων.
 Αυτός που θέλησε να εκπολιτίσει τον κόσμο .Να τον εξανθρωπίσει και να τον κάνει καλύτερο. Αυτός που πάλεψε με τα τέρατα και βγήκε νικητής .
Ο Ηρακλής μαινόμενος .
 Ο συζυγοκτόνος , ο παιδοκτόνος .
Είναι όμως ταυτόχρονα φωτεινός και σκοτεινός ,οι άθλοι του είναι βάσανα και οι νίκες του ήττες.
Εχει δύο πατέρες . Ο ίδιος είναι θεός και άνθρωπος ,τύραννος και σκλάβος .
Θύτης και θύμα.
Παιδοκτόνος και λυτρωτής .
Αυτός απ΄ όλους τους ήρωες σηκώνεται ψηλότερα και πέφτει πιό χαμηλά.
Ο ήρωας επιστρέφει δύο φορές από το σκότος και χαιρετά το φώς του ήλιου.
Ομως ένα σκοτεινό ήλιο.
Φαίνεται ότι εκείνη την εποχή ζούσαν άντρες που, χάρη στην επιδεξιότητα των χεριών ,την ταχύτητα των ποδιών και τη δύναμη στους μύς ,ξεπερνούσαν τα συνηθισμένα όρια και παρέμεναν ακούραστοι .Ποτέ δεν χρησιμοποιούσαν τα φυσικά τους προσόντα για να κάνουν το καλό ή για να βοηθήσουν τους άλλους ,αλλά ικανοποιούνταν με την κτηνώδη θρασύτητά τους και χαίρονταν εκμεταλλευόμενοι τη δύναμή τους για πράξεις βίαιες και σκληρές , υποδουλώνοντας ,βασανίζοντας και σκοτώνοντας όσους έπεφταν στα χέρια τους.


Ο Θησέας και ο Ηρακλής ,για πρώτη φορά ,χρησιμοποιούν την δύναμη με σκοπό εντελώς διαφορετικά από εκείνον της ωμής επιβολής .Γίνονται αθλητές για την ζωή των ανθρώπων . Και περισσότερο από την δύναμη ,τους ενδιαφέρει η εφαρμοσμένη τεχνική της δύναμης. Ο Θησέας επινοεί την τέχνη της πάλης ,και στην συνέχεια η διδασκαλία της στηριζόταν στις λαβές του. Πριν από τον Θησέα ήταν υπόθεση κορμοστασιάς και κτηνώδους δύναμης.
Ο Θησέας είναι ο μυητής του ήρωα ,που χωρίς αυτόν ο ακατέργαστος ακόμη ήρωας δεν θα μπορούσε να φτάσει στη μυητική τελειότητα , τελείωσις - τελετή.
Ο Ηρακλής είναι το πρόσχημα για ένα μακρόχρονο παιχνίδι των θεών. Πρέπει να οργώνει και στις δώδεκα ζώνες του ,το τεράστιο ουράνιο χωράφι .Ολα είναι υποχρεωτικά ,ότι απορρέει από τους θεούς,ακόμη και ο απάνθρωπος θάνατός του.
Ο Θησέας  , αντιθέτως , χρησιμοποιώντας την τεχνική του λόγου , αποτολμά να χρησιμοποιήσει ακόμη και τους θεούς και τα ελαττώματά τους στο μεγάλο παιχνίδι της ζωής .
'' Αν και ο λόγος υφίσταται πάντα , οι άνθρωποι τον αγνοούν.Μα και αν τον γνωρίσουν , συνεχίζουν να συμπεριφέρονται σαν να τον αγνοούν.''
Τελικά , η αυτολύπηση είναι , βέβαια ,το συναίσθημα στο οποίο καταφεύγει κάθε ναρκισσιστής ,προκειμένου να αποφύγει την πτώση του ειδώλου του. Ο ναρκισσισμός είναι η βάση κάθε μαγικής αναπαράστασης του θανάτου.


Ο Ηρακλής σηματοδοτεί την Νέα εποχή και την αλλαγή πλεύσης των Θεών (Σειρίων).
Η απόφαση για τον εκπολιτισμό των ανθρώπων ήταν γεγονός. Ο Ηρακλής στο μάτι του κυκλώνα ,ήταν το μέσον για την μετάβαση αυτή. Δίας και Ηρα διαμάχησαν στην απόφαση αυτή .
Ο Ηρακλής μαινόμενος, θύμα της κατάστασης αυτής , αλλά κάποια στιγμή ο θυμός , αέρας (Ηρα) κοπάζει και τα νερά ηρεμούν. Ο Ηρακλής μετατρέπεται από θύμα σε θύτη και αλλάζει τα κακώς κείμενα της εποχής.
Στο τέλος συμφιλιώνεται με την Ηρα και ανεβαίνει στον Ολυμπο πλέον. Οι Μινύες Ατλαντες χάνουν την μάχη και ο κύκνος φονεύεται στην Ιωλκό , στο ποτάμι του Αναύρου . Αι Θήβαι πλέον γίνεται το κέντρο του κόσμου. 


ΗΡΑΚΛΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΜΙΝΥΩΝ 
Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ο Ορχομενός, η πρωτεύουσα του κράτους των Μινυών, αλλά και η μεγάλη τους αποικία, η Ιωλκός, ήσαν οι κυρίαρχες πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδος. Η παρακμή ήλθε σταδιακά εξ αιτίας των αδιάκοπων πολέμων των Μινυών κατά της ανερχομένης δυνάμεως του βοιωτικού πεδίου, των Θηβών. Οι περί του Ηρακλέους θρύλοι είναι άκρως διαφωτιστικοί στο σημείο αυτό, περί της ακμής των Μινυών, οι οποίοι είχαν καταστήσει φόρου υποτελή την πόλη των Θηβαίων και περί της ενάρξεως της παρακμής τους, κατόπιν της ήττας τους από τον Ηρακλή. Η ήττα αυτή είχε ως αποτέλεσμα την ανεξαρτητοποίηση των Θηβών, οι οποίες εξελίχθησαν σε πρώτη δύναμη στην Βοιωτία. Η κατάσταση μετεβλήθη υπέρ των Μινυών, μετά την υποταγή των Θηβών στην Μυκηναϊκή στρατιά των Επιγόνων -μία γενεά πριν από τα Τρωικά. Για τον λόγο αυτόν ο Ορχομενός εμφανίζεται στην Ιλιάδα να συμμετέχει στην πανελλήνια εκστρατεία με 30 πλοία, έχοντας υπό την εξουσία του και την γειτονική πόλι Ασπληδώνα. Σε καμία περίπτωση όμως ο Ορχομενός και οι Μινύες δεν ανέκτησαν την παλαιά αίγλη. Μετά δε τα Τρωικά, όταν η Μυκηναϊκή ισχύς ευρίσκεται υπό κατάρρευση, αι Θήβαι ανεστήθησαν και ο Ορχομενός περιέπεσε οριστικώς στην αφάνεια, στην σκιά της μεγάλης αντιπάλου πόλεως.

ΗΡΑΚΛΗΣ ΣΚΟΤΩΝΕΙ ΤΟΝ ΚΥΚΝΟ
Αρκετές διαφορές επίσης είχε ο Άρης με το γνωστό ήρωα Ηρακλή, που απολάμβανε όμως την προστασία της Αθηνάς. Κάποτε ο Κύκνος, που ήταν γιος του πολεμόχαρου θεού και της Πελοπείας, ήθελε να χτίσει από κρανία ανδρών ένα ναό προς τιμή του πατέρα του γι' αυτό σκότωνε όλους τους περαστικούς. Το ίδιο προσπάθησε να κάνει και με τον Ηρακλή. Ο Άρης έσπευσε στο πλευρό του γιου του και ανάγκασε τον ήρωα να απομακρυνθεί. Στη συνέχεια όμως ο Ηρακλής επέστρεψε και σκότωσε τον Κύκνο. Γι' αυτό το περιστατικό υπάρχουν διάφορες παραλλαγές. Έτσι, διηγούνται πως ο Κύκνος συμφώνησε με τον Άρη να σκοτώσουν τον Ηρακλή. Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης ο ήρωας σκότωσε τον Κύκνο και τραυμάτισε τον αθάνατο θεό στο μηρό. Κάποιος άλλος ποιητής αφηγείται πως ο Κύκνος ήταν γιος του Άρη και της Πυρήνης και προκάλεσε σε μονομαχία τον Ηρακλή. Ο θεός ήθελε να βοηθήσει το γιο του, καίγοντας τον αντίπαλο. Όμως ο Δίας, που ήταν πατέρας του ήρωα, έριξε κεραυνό ανάμεσά τους και τους χώρισε. Ένας άλλος γιος του Άρη που είχε διαφορές με τον Ηρακλή ήταν ο Διομήδης από τη Θράκη.

Πέμπτη 9 Ιουνίου 2011

THE MASK IN PRACTISE - ANCIENT GREEK THEATRE


By sir Peter Hall
The Greeks knew that their society needed to experience extreme tragedy and wild anarchic comedy in order to remain sane. Drama allowed them the objectivity of art, the distance that allows us to reflect on something while experiencing it. Hence the mask.

In Greek tragedy ,the bloodiest actions are kept off the stage.Similarly,the most hysterical behavior is contained by the mask. Both are disciplines of form. The audience is able to experience passions at an intensity which takes them beyond the moment of repulsion. The screaming naked, human face would repel. The face of the mask-with the scream behind it- does not. A great mask indeed has no expression. It is ambiguous .The sound of a scream presented as part of the body language of hysteria makes the mask scream. The sound of ribald laughter makes the mask laugh.

The Greek stage itself –keeping all fundamental or violent action off stage –is itself a mask. It is a platform with double doors. Behind those doors, lies the horror, that which is mythical. Behind those doors the unexpected can and does happen. Whatever its horror, it is unseen, imagined. It would be diminished in power if it came on stage. The bodies of Agamemnon and Clytemnestra are shown after we have heard their screams and imagined their deaths. In front of the platform for the principals is the arena where the Chorus sing and dance and tell the story. They are our representatives, our interpreters. They ask our questions, propose our answers. They too are masked.

Throughout its history the Greek theatre remained masked. A few actors represented many principal characters by donning many masks. All ancient drama, whether it be the rain dances of the American Indians, or the epic storytellings of the East that try to define the gods all used masks. Why?

I believe that live performance always has to have the equivalent of a mask in order to transmit an emotion. It must have a mask, even if it is not a literal mask. It needs the equivalent if it is to deal with primal passions .It demands form-either in its text , or its physical life, or its music. All these can act like a Greek mask. Only then can strong feeling be dealt with.
A Greek full mask can laugh or cry – it is entirely dependent on what the character wearing it is feeling. This can be as well expressed by the body as by the words that are uttered. The ambiguous mask, fully used, is often much more expressive than the human face because it is dealing with the quintessence of emotions. Its contradictions and yet its simplicity enable a range of feeling and an extremity of passion to be expressed which is often much difficult with a naked face. The mask is an instrument of communication.
I believe this is how the Chorus were performed: when fifteen old men of Argos all wear the same configuration of full mask, they are fifteen old men who are united in age ,race and attitude. But because the actors are all different, with subtly different body language, the masks, though the same, will all look slightly different. Yet they will also look sufficiently the same to be a collective. There is a reassuring similarity, but not an arid uniformity.

THEATRE OF EPIDAURUS
To bring the great Greek plays to Epidaurus has been one of the blessings of my professional life . For a start , this ancient theatre has an almost spiritual quality for anyone who believes in the imaginative power of theatre . It heals , and stimulates, questions and challenges at the same time as it entertains.
There is also the wonder for a group of english theatre people of bringing an ancient play back home.'When we invoke the gods there is the sky ; when we tell of the underworld our feet are on the real earth.' Above all this is honest theatre.
Personally I have always longed to see Greek plays at Epidaurus in daylight because it is one of the great daylight theatres of history. It seems almost impudent: our puny electric lights and our odd bits of scenery against this magestic place.
But even by night, and in artficial light the magic of the place is potent. You can see and you can hear and yet be a member of a vast audience. Epidaurus reminds every one that thetregoing is a social act where we meet together to imagine. And it is live. I know that I am lucky man to have worked there.

Δευτέρα 11 Απριλίου 2011

ΑΛΚΗΣΤΙΣ - Το δίκαιο είναι , το συμφέρον του ισχυροτέρου.


Η Άλκηστις ήταν θυγατέρα του Πελία και της Αναξιβίας, η ωραιότερη όλων των αδελφών,
«δία γυνακών Άλκηστις Πελιάο θυγατρών είδος αρίστην»
(Η θειότερη των γυναικών, Άλκηστις εκ των θυγατέρων του Πελία η ωραιότερη στη μορφή)
Ιλιάδα Β’ 715.
Το θέαμα μιας Θεσσαλίας που γίνεται επικίνδυνη ,καλύπτει και αποκαλύπτει . . .
Μία τραγωδία με happy end του Ευριπίδη που διαπραγματεύεται τον Θάνατο στην Θεσσαλία και αποδεικνύει ότι δύο πράγματα δεν μπορεί να κοιτάξει ο άνθρωπος κατάματα . Τον Ήλιο και τον Θάνατο. Ο Ευριπίδης με το Έργο του Άλκηστις αποκαλύπτει ότι ο άνθρωπος βλέπει τον θάνατο όπως τον Ήλιο . Μόνο μέσω μάσκας και ενός παραμορφωτικού φακού . Τίποτε δεν υπάρχει .Ακόμη και αν υπάρχει ,είναι ακατάληπτο για τον άνθρωπο. Ακόμη και αν γίνεται αντιληπτό,δεν μπορεί ωστόσο να ειπωθεί και να εξηγηθεί στον πλησίον .

-Άλλωστε όσο ζώ δεν πρόκειται να τον συναντήσω .
Με αυτό και άλλα πολλά σοφίσματα , ο άνθρωπος διασώζεται από την ευθεία αντιπαράθεση με τον θάνατο . Η δειλία αυτή δηλαδή να συνδιαλλαγεί μαζί  του  , πολλές φορές τον έχει οδηγήσει και σε ηρωικές πράξεις , λόγω άγνοιας του κινδύνου . Ψυχολογικά το θέμα αυτό , όπως και πολλά άλλα κακά , τα έχει απωθήσει από το μυαλό του ,  για να διασωθεί . Άλλωστε τον θάνατο και οι θεοί τον κρίνανε ως κάτι κακό . Αλλιώς θα πέθαιναν και οι ίδιοι .
‘Ζώντας οι μεν , από τον θάνατο των δε,πεθαίνοντας αυτοί από την ζωή των άλλων’ , έλεγε ο Ηράκλειτος .

Οι θεοί ζούνε από την αντιπαράθεσή τους  προς τους θνητούς ,γιατί έχουν ανάγκη τον θάνατο των ανθρώπων για να χριστούν αθάνατοι ,ακριβώς όπως και οι θνητοί χάνουν με το θάνατό τους την ζωή που προσδίδουν στους αθανάτους.
Θείο και θάνατος είναι αδιαχώριστα , είναι δηλαδή οι θεοί του θανάτου.
ΑΠΟΛΛΩΝ . Ησύχασε .Δίκαιος θα είμαι μαζί σου και ωραία θα σου μιλήσω .
ΘΑΝΑΤΟΣ . Και αφού είσαι με τους δίκαιους , τι το θέλεις το τόξο ;

Το δίκαιο είναι , το συμφέρον του ισχυροτέρου.
Η παραμονή του Απόλλωνα στην Θεσσαλία είναι ένας κύκλος καταχθόνιος.
Ο Δίας επέλεξε το μέρος αυτό , αντί για τα σκοτεινά Τάρταρα για να τιμωρήσει τον Απόλλωνα , ως τόπος θανάτου . Ο Απόλλων είναι για τον Δία , ότι ο Δίας για τον πατέρα του Κρόνο. Το τίμημα των θεϊκών αυτών συγκρούσεων, είναι πάντοτε ο θάνατος .

Η Άλκηστις , κόρη του Πελία , ο Άδμητος , βασιλεύς των Φερών και ο θεός Απόλλων δημιουργούν ένα ερωτικό τρίγωνο, με ανομολόγητα πάθη.
Κάποιος πρέπει να πεθάνει οικειοθελώς , δοκιμάζει ο Δίας τα ανθρώπινα όρια.
Είναι κάτι εκτός προ δια γραφών. Οι μάσκες πέφτουν , ο βασιλιάς είναι γυμνός.
 Ως βασιλιάς όριζε την ζωή των υπηκόων του . Με ένα νεύμα , μπορούσε να οδηγήσει στον θάνατο , τους πάντες . Αλλά το παιχνίδι δεν παίζεται , με τον νόμο του ισχυροτέρου πλέον.
Οι αθάνατοι θεοί αλλάζουν τους ισχύοντες κανόνες του  παιχνιδιού, στους θνητούς ανθρώπους και τους ανοίγουν ένα παράθυρο στην αθανασία.
Να πεθάνουν οικειοθελώς και να γίνουν και αυτοί αθάνατοι . Αυτό είναι το δίλημμα . Αφού είναι σίγουρο ότι θα πεθάνουν , τουλάχιστον να πεθάνουν οικειοθελώς και το βραβείο τους θα είναι η Αθανασία.
Ο έρωτας , η δόξα , ο πλούτος όλα είναι εφήμερα και γήινα. Θα πεθάνετε για να αναστηθείτε και θα γίνετε και εσείς θεοί, στα Ηλύσια πεδία. Πρέπει όμως να περάσετε τις Πύλες του Αδη οικειοθελώς .
Οχι αυτοκτονώντας για ασήμαντη γήινη αφορμή όπως ο Αίαντας αλλά ξεπερνώντας τα ανθρώπινα όπως ο Αχιλλέας . Αφού συσχετίστικατε ερωτικά με το θείον (Απόλλωνα) , η μόνη οδός για τον Ουράνιο Ολυμπο (φως) , είναι δια μέσω του Πηλίου (πύλη του ήλιου,φωτός).Ελάτε , τους προσκαλεί αλλά και προκαλεί ταυτόχρονα.

Το δίλημμα όμως είναι μεγάλο . Ο άνθρωπος αντιμέτωπος με τον θάνατο πλέον χάνει το φως του , παραλύει ο νους του και γίνεται μικροπρεπής. Τα ανθρώπινα βιώματα , δεν διαγράφονται μονοκονδυλιά. Το επιχείρημα φαντάζει σαν άλμα στο κενό.
Ζυγίζει τα υπέρ και τα κατά . Τον έρωτα , την θάλασσα , τον  κάμπο , τα βουνά  , την χαρά του εφήμερου και το μυστήριο του άγνωστου που χάνει ...   την αταραξία , την γαλήνη και σιγουριά που κερδίζει από την άλλη ... και κάνει την επιλογή του. Άλλωστε για αυτό οι θεοί είναι ελάχιστοι .
Ο μεγαλύτερος κριτής  του εγώ μας , είναι ο εαυτός μας ο ίδιος. Ο εαυτός μας  αποφασίζει ,δηλαδή  το βαθύτερο αρχέγονο εγώ μας , αν είμαστε  έτοιμοι για τα Ηλύσια πεδία. (για τον παράδεισο ή την κόλαση (χριστιανικώς) για να γίνει καλύτερα αντιληπτό ).
Πολλές φορές έχουμε την αυταπάτη ότι είμαστε έτοιμοι για το μεγάλο πήδημα στο κενό αλλά στέλνουμε τον Ηρακλή να το μαζέψει το πράγμα . Ενα αστείο κάναμε και όλη η υπόθεση καταλήγει φαρσο κωμωδία , όπως στο έργο .

Οπως υπογραμμίζει ο Hideger , αν ο θάνατος της αγαπημένης ύπαρξης βιωθεί ως ανεπανάληπτη απώλεια,αυτό δεν σημαίνει καθόλου πως αποκτάμε πρόσβαση στην απώλεια που υπέστη ο άλλος. Οσο μακριά και αν μπορέσουμε να συνοδεύσουμε τον άλλο στο θάνατό του ,αυτός ο τελευταίος μας ξεφεύγει αμετάκλητα.
Να γιατί ο καθένας , όσο και αν βρίσκεται περιστοιχισμένος κατά την επιθανάτια  αγωνία του , είναι αδυσώπητα καταδικασμένος να πεθάνει μόνος .
Να γιατί όταν κλαίμε τους νεκρούς , κλαίμε στην πραγματικότητα για μας τους ίδιους.

Ως εκ τούτου η Άλκηστις είναι ηρωίδα τραγωδίας , όμως ο  άνδρας της Άδμητος ήρωας  κωμωδίας .

ALCESTIS

As a punishment for killing the Cyclopes ( in revenge for the death of his son Asclepius) , Apollo was ordered by Zeus to serve Admetus king of  Pherae, as a shepherd .
In appreciation of the king’s goodness and hospitality , Apollo bestowed his favour upon him. Thus, when Admetus was told by the Fates that he was to die young, Apollo tricked them into granting an unusual concession : that Admetus would live if he could find someone to die in his stead. No one was prepared to sacrifice themselves on his behalf , however not even his aged parents ,until his young wife Alcestis agreed to take his place .
At the appointed hour of her death Alcestis bids farewell to her husband and children , making Admetus promise never to look at another woman.
Admetus then receives a visit from Heracles and makes him welcome , concealing from him the death of Alcestis . Heracles suspecting nothing eats drinks and makes merry. However ,when he learns what has happened ,he regrets his behaviour and resolves to make amends by bringing Alcestis back to life.
On Admetus’ returns from Alcestis’ funeral , Heracles presents to the inconsolable king a veiled ,silent woman , and tells him to make her welcome until he returns from one of his Twelve Labours. Admetus refuses , since this would break the promise he made to Alcestis. His resolve weakens , however, and he is persuaded by Heracles to receive the mysterious stranger. Her veil is then removed and Admetus is astonished to see his wife revealed before him.
Heracles leaves the palace to perform one of his Twelve Labours and Admetus declares that his happiness is complete.

NOTE
Euripides’ earliest surviving work is highly compelling and enigmatic piece of drama . Although the innovation in Euripides’ later works push back the boundaries of the classical form of tragedy and ironically undercut the tragic hero , nowhere is this ambiguous approach more apparent than in Alcestis .
The play first appeared at the crucial time for Athenian Democracy ,just after the inauguration of the Parthenon and just before the outbreak of the Peloponnesian War .It was the fourth part of a tetralogy, the place usually taken by a Satyr Play , but the definition cannot be one ,since the Chorus does not consist of satyrs .Nor can it be characterized as a tragedy ,since the plot and the characters are strongly marked by comic and ironic elements .It also has a happy ending ,of sorts. For this reason ,students of the play often end up describing it as a tragicomedy.
The play begins and ends on the day that Alcestis is led to the Underworld by Death and back again to the world above by Heracles , acting almost as a dues or demigod ex machina. Previously, however, various tragicomic episodes have taken place surrounding Alcestis ,both as she is preparing to die and once she is dead. These have the effect of crystallising various questions that go to the heart of philosophy and sophist ideas in Euripides’era  and beyond . At the same time , the play is infused with a lyricism that weaves together harmony and parody, beauty and paradox . The ambiguity of the heroes and their unmasking through their extreme and very public exposure does not diminish their standing – but nor of course does it enhance it . It is as if the poet is revealing a fully rounded and not in any way idealised image of humankind:  anxious in the face of unknowable death and querying the role of divine intervention in his life and his own responsibility for his fate.
The play , which plainly reflects the influence of Sophist teaching and techniques on the thinking of Euripides , appears to arrive at answers close to the anthropocentric views of the Sophist Protagoras , in which famously ‘man is the measure of all things’ and the knowledge of the divine is impeded by the unreliability of the gods and the brevity of human life.